Η ενηλικίωση της ακροκεντρώας ιστορίας Ι: Η κοινότητα μιας αναθεώρησης
Οι μετα-αναθεωρητές, κωδική ονομασία που έλαβαν οι καθηγητές Στάθης Καλύβας και Νίκος Μαραντζίδης, καθώς και ο κύκλος ερευνητών και σχολιαστών που δημιουργήθηκε γύρω τους, έχουν πια επεκταθεί από μία ανανεωτική τάση της ελληνικής ιστοριογραφίας που ήθελε να θέσει νέα ερωτήματα χρησιμοποιώντας νέες μεθόδους, σε μία μάχη απόδειξης της διαχρονικής βιαιότητας της ελληνικής Αριστεράς κι ένα πλέγμα ανάδειξης και εργαλιακής χρήσης αυτής της οπτικής μέσα από στήλες άποψης, βιβλία, αμφιθέατρα, συνέδρια και θεσμικά πόστα...
Έχει σίγουρα ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο τοποθετήθηκε ως προς την ελληνική ιστοριογραφία και την προσωπική του διαδρομή σε αυτήν ο Μαρκ Μαζάουερ κατά την περσινή τελετή αναγόρευσής του σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ. Περιγράφοντας την πολιτισμική και πολιτική κατάσταση της δεκαετίας του ’80 για να φτάσει στα τωρινά δεινά, ο βρετανός ιστορικός βρίσκει ότι στην ιστορική έρευνα δεν υπήρχε «ούτε λέξη για την αριστερή βία» και ότι «η Αριστερά είχε ρομαντικοποιηθεί σε αντίθεση με τη μάλλον κτηνώδη και συχνά καθόλου ηρωική πραγματικότητα των χρόνων της Κατοχής», ενώ, όσον αφορά στη δημόσια ιστορία, υπήρχε ο «κομματικός, δογματικός και κατάφωρα προπαγανδιστικός ιστορικός λόγος, ο οποίος κινητοποιούσε τον κόσμο σε συλλαλητήρια και διαδηλώσεις και διαστρέβλωνε την πολιτική ανάλυση». Το ενδιαφέρον εδώ δεν βρίσκεται τόσο στην επιστημονική συζήτηση που θα μπορούσε να ανοίξει με τις απόψεις που δικαιωματικά εκφέρει ο καταξιωμένος ιστορικός, όσο στο γεγονός ότι τα λεγόμενά του μπαίνουν, το θέλει δεν το θέλει, σ’ ένα δίκτυο λόγου που τα τελευταία χρόνια έχει διακηρύξει τη διάθεσή του να «αναθεωρήσει» την πρόσφατη ελληνική ιστορία, ξεπλένοντάς την από τους «μύθους της Μεταπολίτευσης». Πρόκειται για ένα δίκτυο λόγου που επιβάλλεται σιγά-σιγά στη δημόσια σφαίρα και ουσιαστικά καταλήγει –και αυτό– να χρησιμοποιεί την ιστορική συζήτηση και έρευνα για να κάνει πολιτική – επιθετική, ακραία, διχαστική και ομοίως… προπαγανδιστική.
Το βιβλίο που προέκυψε από τη μικρή διάλεξη του Μαζάουερ, παρέα με την ομόθυμη εισηγητική ομιλία του καθηγητή Κώστα Κωστή, μπήκε αμέσως στις κορυφαίες θέσεις των ευπώλητων (Τριάντα χρόνια ελληνικής ιστορίας, εκδ. Πατάκη). Μαζί του, σταθερά στην κορυφή για πάνω από έξι μήνες, μπορεί κανείς να βρει τα Εμφύλια Πάθη των Στάθη Καλύβα (καθηγητή Πολιτικών Επιστημών στο Yale) και Νίκου Μαραντζίδη (καθηγητή Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας), ένα εκλαϊκευτικό εγχειρίδιο για τα θεμελιώδη ζητήματα της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας σχετικά με την Κατοχή και τον Εμφύλιο, πάντα με άξονα τον απόηχο των –κατά τους συγγραφείς– «παρανοήσεων» που επικρατούν ως σήμερα. Η βάση της αφήγησης των Καλύβα-Μαραντζίδη είναι απλή: τα τάγματα ασφαλείας συγκροτήθηκαν από αντίδραση στην «κόκκινη βία»· ο Εμφύλιος ξεκίνησε ήδη από το 1943· η ιστορική αλήθεια για την περίοδο συγκαλύπτεται από την «κυρίαρχη» αριστερή αφήγηση· η ιστορική αυτή παραμόρφωση καθορίζει την πολιτική ζωή σήμερα. Πατώντας σε αυτούς τους τέσσερις πυλώνες, οι μετα-αναθεωρητές, κωδική ονομασία που έλαβαν οι Καλύβας-Μαραντζίδης και ο κύκλος ερευνητών και σχολιαστών που δημιουργήθηκε γύρω τους, έχουν πια επεκταθεί από μία ανανεωτική τάση της ελληνικής ιστοριογραφίας, που ήθελε να θέσει νέα ερωτήματα χρησιμοποιώντας νέες μεθόδους, σε μία μάχη απόδειξης της διαχρονικής βιαιότητας της ελληνικής Αριστεράς κι ένα πλέγμα ανάδειξης και εργαλιακής χρήσης αυτής της οπτικής μέσα από στήλες άποψης, βιβλία, αμφιθέατρα, συνέδρια και θεσμικά πόστα.
Από το Δίκτυο στην Ομάδα
Η ιστορία θα μπορούσε να ξεκινά το 1997, όταν ο Ηλίας Νικολακόπουλος σύστησε τον Νίκο Μαραντζίδη στον Στάθη Καλύβα. Οι δυο τους μαζί με τον Γιώργο Αντωνίου θα ιδρύσουν το Δίκτυο για τη Μελέτη των Εμφυλίων Πολέμων δύο χρόνια αργότερα, το οποίο θα τεθεί υπό τη χρηματοδότηση του ΕΛΙΑΜΕΠ το 2001 και θα αποκτήσει έδρα στη Θεσσαλονίκη. Την περίοδο αυτή, ο Στάθης Καλύβας δημοσιεύει σε συλλογικό τόμο –την επιμέλεια του οποίου είχε ο Μαζάουερ– ένα άρθρο για την αριστερή βία στην περίοδο της Κατοχής. Το κείμενο βασίζεται σε προφορικές μαρτυρίες από την Αργολίδα, δικαστικά αρχεία, αμερικανικές, γερμανικές και βρετανικές πηγές, αυτοβιογραφικά και λογοτεχνικά κείμενα – σε ένα σημείο, η Ορθοκωστά του Θανάση Βαλτινού υποσημειώνεται κι αυτή ως πηγή. Το “Red Terror: Leftist Violence during the Occupation” αποτελεί κατ’ ουσία τη γενέθλια πράξη της ιστοριογραφικής προσέγγισης των Καλύβα-Μαραντζίδη. Εκεί ξαναεπιχειρείται, για πρώτη φορά μετά την –παρόμοια– μετεμφυλιακή επίσημη αφήγηση, τόσο η ανάδειξη της «κόκκινης βίας» ως εξηγητικού παράγοντα για τη στελέχωση των ταγμάτων ασφαλείας όσο και η επέκταση της περιόδου του Eμφυλίου, ώστε να συμπεριλάβει και τις συγκρούσεις κατά την περίοδο της Κατοχής.
Το Δίκτυο ξεκινάει ως μια αρκετά ανοιχτή δομή, προσελκύοντας ένα σύνολο ιστορικών διαφόρων ηλικιών, από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες.
Η αποκατάσταση των αρχείων –και το άνοιγμα πολλών στις ανατολικές χώρες–, οι νέες τεχνολογίες, αλλά και οι νέες διεπιστημονικές τάσεις στην Ιστορία δημιουργούσαν ένα κλίμα ενθουσιασμού και νέων δυνατοτήτων, μεταξύ άλλων και για την ιστορική αποτίμηση της δεκαετίας του ’40. Έτσι το Δίκτυο αποτέλεσε μια προνομιακή δεξαμενή ανταλλαγής απόψεων, παρέχοντας τη δυνατότητα δημοσιεύσεων και συνεδριακής παρουσίας σε πλήθος επιστημόνων που, όντως, είχαν κάτι καινούργιο να πουν. Μάλιστα, στο συνέδριο «Οι Εμφύλιοι: Τοπικές διαστάσεις του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, 1943-1949» που διοργανώνει το 2001 στο Τσοτύλι της Κοζάνης (ας σημειολογηθεί η περιοδολόγηση του Εμφυλίου στον τίτλο), οι ομιλητές κάθε ιδεολογικής αφετηρίας θα δεχθούν ενιαία τα πυρά της τοπικής κοινωνίας που δεν εμφανίζεται ιδιαίτερα δεκτική στις εκσυγχρονιστικές αφηγήσεις του Εμφυλίου.
Οι πρώτες δημόσιες συγκρούσεις στο πλαίσιο του Δικτύου θα εκδηλωθούν λίγο αργότερα, το 2004, όταν οι Καλύβας-Μαραντζίδης δημοσίευσαν στα Νέα τον δεκάλογο της «νέας ιστοριογραφίας», δεχόμενοι τα πυρά του Ηλία Νικολακόπουλου, του Χάγκεν Φλάισερ, του Γιώργου Μαργαρίτη, της Νένης Πανουργιά και άλλων. Υπερασπιστικό του διδύμου ήταν τότε το κείμενο του Μαρκ Μαζάουερ με άρθρο του στην ίδια εφημερίδα, τιτλοφορούμενο «Κανένας από τους μύθους δεν αντέχει πλέον». Ο «διάλογος για την Ιστορία» κράτησε για εβδομάδες στα Νέα, προσελκύοντας τεράστιο ενδιαφέρον. Σχεδιάστηκε κάποια στιγμή μάλιστα η έκδοση όλων των κειμένων σε αυτοτελές βιβλίο, κάτι που τελευταία στιγμή ματαιώθηκε γιατί αποσύρθηκαν οι Καλύβας-Μαραντζίδης. Η στιγμή δεν ήταν ακόμα κατάλληλη για εκδόσεις που θα γίνονταν με τους όρους τους. Ήρθε μια δεκαετία αργότερα. Από το 2004 και μετά, με πλήθος συνεδρίων και δημοσιεύσεων να εκπορεύονται από το Δίκτυο, παίρνει συμπαγή μορφή ένας σκληρός πυρήνας επιστημόνων γύρω από τη «νέα ιστοριογραφία», ενώ το 2010 ιδρύεται η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία Ομάδα Μελέτης Εμφυλίων Πολέμων, με έδρα την Κομοτηνή. Εν αντιθέσει με το δεκτικό και φιλόξενο Δίκτυο, η Ομάδα είναι κλειστή και το ήμισυ της ερευνητικής δραστηριότητας προσανατολίζεται στους έλληνες πρόσφυγες του εμφυλίου στην Τσεχοσλοβακία, σε συνεργασία με το Τμήμα Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Καρόλου στην Πράγα και το Τμήμα Βαλκανικών και Ασιατικών Σπουδών του ΠΑΜΑΚ. Πολλά μέλη του Δικτύου στρέφουν ομοθυμαδόν τις έρευνές τους στον ευρύτερο χώρο των Βαλκανίων, ενώ ξεκινώντας από την έρευνά του για τους «Κόκκινους κατασκόπους» που εμφανίζεται το 2009 στις σελίδες του Βήματος, ο Νίκος Μαραντζίδης θα αξιοποιήσει επιδότηση του «Θαλή» για το ερευνητικό πρόγραμμα «Η Ελλάδα από τον Β΄ Παγκόσμιο στον Ψυχρό Πόλεμο: Διεθνείς και Εσωτερικές Εξελίξεις» στο ΠΑΜΑΚ. Το έργο –που δίνει μια αύρα Τζέιμς Μποντ στη μελέτη του ζητήματος– βασίζεται στην ταξινόμηση αρχειακών πηγών από την ΕΣΣΔ και τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες και εποπτεύεται από τον Μαραντζίδη, τον Ευάνθη Χατζηβασιλείου και τον Ιάκωβο Μιχαηλίδη, αμφότερους συμφωνούντες με τους βασικούς πυλώνες της μετα-αναθεωρητικής τάσης. Εδώ, ο Ψυχρός Πόλεμος αντιμετωπίζεται ως το αναγκαίο ιστορικό πλαίσιο στις εξελίξεις του Εμφυλίου. Αν όμως κανείς παρακολουθήσει την παράλληλη ανάπτυξη της αρθρογραφίας των Καλύβα-Μαραντζίδη και ενός διευρυνόμενου κύκλου γύρω από αυτούς για ζητήματα επικαιρότητας τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, μπορεί άνετα να επισημάνει ότι το ψυχροπολεμικό κλίμα γίνεται επίσης και μια χρήσιμη μεταφορά. Ένα κλίμα που προσπαθούν να προσαρμόσουν στις σημερινές συνθήκες μεν, διατηρώντας τη λειτουργία την ηθικιστική και καταδικαστική της αφήγησης κατά τ’ άλλα.
Boyhood
Ο συστηματικός προσανατολισμός της μελέτης στη διεθνή διάσταση διευρύνει το διαθέσιμο υλικό που με τον προσφιλή στους μετα-αναθεωρητές αναγωγισμό μπορεί να επικυρώσει τα –προκατασκευασμένα συνήθως– ερμηνευτικά τους σχήματα και ανοίγει το πεδίο των ακαδημαϊκών αναφορών και συνεδρίων. Βοηθά, επίσης, και την προσέλκυση ενός διεθνούς κοινού που εύκολα, ιδιαίτερα σήμερα, μπορεί να ξαναδιαβάσει τον Εμφύλιο με μάτι οριενταλιστικό. Μόλις πρόσφατα, για παράδειγμα, ο Στάθης Καλύβας προλόγισε την αγγλική μετάφραση της Ορθοκωστάς του Βαλτινού από τις εκδόσεις του Πανεπιστημίου του Yale, όπου, σύμφωνα με το οπισθόφυλλο, «ο αναγνώστης θα έχει πλήρη πρόσβαση στη διχαστική εμπειρία του Εμφυλίου που συνεχίζει να ηχεί στην ελληνική πολιτική σήμερα». Το ζήτημα δεν είναι η στιγμή, ο εκδοτικός οίκος, ή η φράση προώθησης ενός λογοτεχνικού έργου. Το θέμα είναι η γενικότερη στρατηγική στην οποία και αυτή συμμετέχει: μια συνεχής επίταξη των πάντων στις ανάγκες του αφηγήματος, από το μιντιακό ενδιαφέρον μέχρι τις πανεπιστημιακές θέσεις επιστημονικών συνεργατών, και από τις προφορικές καταθέσεις και τις λογοτεχνικές μεταφράσεις μέχρι τις διαθεσιμότητες στο βαθύ κράτος.
Η διαδρομή από την ίδρυση του Δικτύου στη συσπείρωση των μετα-αναθεωρητών, και από εκεί στη μάχη για μια ιδεολογική ηγεμονία στο εσωτερικό και το εξωτερικό, διανύθηκε εν παραλλήλω με την εκδοτική δραστηριότητα των μελών του. Σε αυτήν έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι πρωτοστάτησαν οι εκδόσεις Επίκεντρο, τυπώνοντας το μεγαλύτερο μέρος των ιστορικών εργασιών της σχολής του Δικτύου και χορηγώντας μια σειρά συνεδρίων του. Ο θεσσαλονικιός εκδότης τους, Πέτρος Παπασαραντόπουλος, αφού, σύμφωνα με καταγγελίες, εξαφανίστηκε για μερικά χρόνια στα Βαλκάνια ως φυγόδικος στην υπόθεση του ΟΠΠΕΘ, έχοντας ρίξει «κανόνι» στις εκδόσεις Παρατηρητής κι αφήνοντας απλήρωτους διακόσιους εργαζομένους, επέστρεψε απολαμβάνοντας μια ιδιότυπη ασυλία και ανέλαβε την κριτική της «πολιτικής βίας» στην Ελλάδα, προωθώντας έργα ιστορικών που συνδέονται με το μετα-αναθεωρητικό ρεύμα, αλλά και δοκίμια πολιτικής θέσης του σύγχρονου Ακραίου Κέντρου – συχνά και τα δύο μαζί. Στις παρουσιάσεις αυτών των βιβλίων, μάλιστα, παρατηρεί κανείς μια τάση μόνιμης συμμετοχής του Ευάγγελου Βενιζέλου ως επαινετικού ομιλητή. Σε πληθώρα κυκλοφοριών, δε, τον πρόλογο έχει αναλάβει ο Νίκος Μαραντζίδης, ενώ στον κατάλογο εμφανίζεται σχεδόν το σύνολο του κύκλου των μετα-αναθεωρητών. Στο Επίκεντρο είναι που βγαίνει το βιβλίο που επιμελήθηκαν οι διευθυντές της Ομάδας Μελέτης Εμφυλίων Πολέμων, Αφηγήσεις για τη Δεκαετία του 1940, εκεί κάνει την παρθενική του εμφάνιση με δύο βιβλία για την «κόκκινη βία», ο σημερινός αρθρογράφος των capital.gr και liberal.gr, Σάκης Μουμτζής, δίπλα σε μια σειρά βιβλίων για την ΟΠΛΑ, τα τάγματα ασφαλείας, το ρόλο του διεθνούς παράγοντα στις επιλογές του ΚΚΕ, το «παιδομάζωμα» του ΕΑΜ κ.ά. Στην πραγματικότητα, σχεδόν το σύνολο των ιστορικών εκδόσεων του Επίκεντρου προέρχεται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο από τη δεξαμενή του Δικτύου και δένει ιδανικά με τον υπόλοιπο κατάλογο που ασχολείται με τη σημερινή βία, την ανομία, τις παθογένειες της Μεταπολίτευσης και τα άλλα ακροκεντρώα κλισέ.
Αν το Επίκεντρο αποτελεί το χωλ, μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι που απορρόφησαν με ιδιαίτερη σπουδή τα «ώριμα» έργα των μετα-αναθεωρητών, αποτελούν το σαλόνι του δεκαεπτάχρονου πλέον ρεύματος. Ο κύκλος που συγκροτήθηκε πέριξ των ιδεών και της πολιτικής/μιντιακής δράσης των Καλύβα-Μαραντζίδη απολαμβάνει πλέον μια βαθιά θεσμική διείσδυση, αλλά και ένα ποπ στάτους με βαρύνουσα σημασία σε κλίμακα κεντρικής πολιτικής και μαζικής ιδεολογίας. Αυτό που ξεκίνησε κάποτε διερευνητικά, τώρα βαδίζει με σταθερά βήματα στο πολιτικό τοπίο, καταφέρνοντας να αναπαράγεται με τους δικούς του όρους. Για το ποιοι είναι αυτοί και πώς αυτό συμβαίνει, στο δεύτερο μέρος.
Διαβάστε το 2ο μέρος του κειμένου στο UNFOLLOW 51