Το ΣτΕ αίρει τον γεωγραφικό περιορισμό για τους πρόσφυγες που φτάνουν στα νησιά
Το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάνθηκε ότι οι πρόσφυγες που είναι στα νησιά Λέσβος, Σάμος, Χίος, Λέρο, Ρόδος και Κω σε περιοριστικό καθεστώς κυκλοφορίας από την 20ή Μαρτίου 2016, θα εξακολουθήσουν να παραμένουν στο καθεστώς αυτό, ενώ όσοι πρόσφυγες έρθουν από εδώ και στο εξής δεν θα είναι σε καθεστώς περιοριστικών μέτρων κυκλοφορίας και θα κυκλοφορούν ελεύθερα.
Αναλυτικότερα, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες είχε προσφύγει στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο και ζητούσε να ακυρωθεί η υπ΄ αριθμ 10464/31.5.2016 απόφαση της διευθύντριας της υπηρεσίας ασύλου, με οποία τέθηκε περιορισμός στην κυκλοφορία των αιτούντων διεθνή προστασία προσφύγων στα επίμαχα 6 νησιά.
Κατόπιν αυτού, το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ, με πρόεδρο τον αντιπρόεδρο Χρήστο Ράμμο και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Διομήδη Κυριλλόπουλο, δημοσίευσαν την υπ΄ αριθμ. 805/2018 απόφασή του, με την οποία ακυρώθηκε η επίμαχη απόφαση της διευθύντριας της υπηρεσίας ασύλου.
Το ΣτΕ κατά πλειοψηφία έκρινε ότι ο επίμαχος περιορισμός της κυκλοφορίας δεν απαγορεύεται από το Σύνταγμα ή από άλλη διάταξη υπερνομοθετικής ισχύος, αλλά πρέπει, για να επιβληθεί ο περιορισμός, να προκύπτουν οι λόγοι για τους οποίους επιβλήθηκε το περιοριστικό αυτό μέτρο.
Όπως αναφέρεται στη δικαστική απόφαση, ο περιορισμός στην κυκλοφορία που επιβλήθηκε στα άτομα που αιτούνται διεθνή προστασία έχει ως συνέπεια τον μη επιμερισμό των προσώπων αυτών σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, αλλά αντιθέτως την άνιση συγκέντρωσή τους σε ορισμένες μόνο Περιφέρειες, κάτι που επιφέρει σημαντική επιβάρυνση και υποβάθμισή τους σε σχέση με τις άλλες περιοχές της χώρας. Τα 6 αυτά νησιά, αναφέρεται στην απόφαση του ΣτΕ, καλούνται να διαχειριστούν και να αντιμετωπίσουν με τις υπάρχουσες υποδομές και μάλιστα εν μέσω της σοβαρής δημοσιονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα την είσοδο και παραμονή σε αυτές σημαντικού αριθμού προσώπων που αιτούνται διεθνή προστασία, με συνέπεια να υφίσταται σοβαρός κίνδυνος προκλήσεων κοινωνικών εντάσεων, με επιπτώσεις στη δημόσια τάξη και την οικονομική ζωή των επίμαχων Περιφερειών, οι οποίες αποτελούν και τουριστικούς περιορισμούς.
Εξάλλου, στην απόφαση του ΣτΕ αναφέρεται ότι από πουθενά δεν προκύπτουν οι νόμιμοι λόγοι που υπαγορεύουν την επιβολή του περιοριστικού μέτρου της κυκλοφορίας, προκειμένου να μπορεί να κριθεί εάν βρίσκεται εντός των ορίων των διατάξεων του άρθρου 41 του νόμου 4375/2016 (σε εξουσιοδότηση του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση της διευθύντριας της υπηρεσίας ασύλου) οι οποίες (διατάξεις) «ερμηνευμένες υπό το φώς της Σύμβασης της Γενεύης που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του διεθνούς νομικού συστήματος για την προστασία των προσφύγων», επιτρέπει την επιβολή στους αιτούντες διεθνή προστασία τα περιοριστικά αυτά μέτρα.
Τέλος, αναφέρεται ότι εφόσον δεν προκύπτουν οι σοβαροί και επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος και μεταναστευτικής πολιτικής, οι οποίοι θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την επιβολή του περιορισμού κυκλοφορίας των αιτούντων διεθνή προστασία που εισέρχονται στην ελληνική επικράτεια μετά την 20η Μαρτίου 2016, πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Παράλληλα, η μειοψηφία (Χρήστος Ράμμος, Όλγα Παπαδοπούλου και Χριστίνα Μπολόφη) υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νόμιμη, καθώς 1) απαιτείται χρόνος για την εξέταση των αιτήσεων και 2) λόγω της κοινής δήλωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία για σχέδιο δράσης ενίσχυσης της συνεργασίας στον τομέα στήριξης των Σύριων υπηκόων. Στην απόφαση του ΣτΕ διευκρινίζεται ότι τα αποτελέσματα της ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, ανατρέχουν από χθες και όχι από την 20η Μαρτίου 2016.
Το υπουργείο
Το υπουργείο αντέδρασε άμεσα εκδίδοντας την παρακάτων ανακοίνωση: «Το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής θα μελετήσει την απόφαση 805/2018 του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά το σκεπτικό και το διατακτικό της». Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση: «Ήδη στο κατατεθέν στη Βουλή νομοσχέδιο του Υπουργείου, υπάρχει σχετική διάταξη (άρθρο 7 που αντιστοιχεί στο άρθρο 7 της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ), η οποία ρυθμίζει το θέμα».