Τι σημαίνει μια συγγνώμη στον εμπνευστή του Ξένιου Δία;
Ο Γιάννης Μουζάλας, σε μία αποστροφή του λόγου του και μία έκφραση συμπάθειας προς τον άλλοτε πολιτικό του αντίπαλο, αποκάλυψε μέσα απ' την επιλεκτική λήθη του μία τρομακτική αλήθεια για το σήμερα: ότι η κυβερνητική διαχείριση κατά ΣΥΡΙΖΑ έχει αποπολιτικοποιηθεί.
Πόσο απέχει η χθεσινή συγγνώμη του Γιάννη Μουζάλα προς τον Νίκο Δένδια από την εποχή του πολυ-σατιρισμένου πανό «Καταστρέφετε τη χώρα – φύγετε τώρα» που αναρτήσαν οι βουλευτές του τότε αντιπολιτευόμενου ΣΥΡΙΖΑ μπροστά από τη Βουλή; Λιγότερο από δύο χρόνια και κατιτίς περισσότερο από μία αναστροφή στην πολιτική ατζέντα του κυβερνώντος κόμματος είναι η απάντηση. Γιατί ακόμα κι αν ο υπουργός Μετανάστευσης είχε σκοπό απλά να καταδείξει τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζει στο καθημερινό του έργο, η επιλογή της συγγνώμης απέναντι στον πρώην υπουργό Προστασίας του Πολίτη ακούγεται σαν οριστική παύση πυρών στο πολιτικό τοπίο, αλλά και σαν μεταφορά των έντονων συγκρούσεων των προηγούμενων ετών στη σφαίρα της φαντασίας.
Ίσως μια τέτοια κίνηση αβρότητας και πολιτικού πολιτισμού να ήταν πιο ανώδυνη αν απευθυνόταν στην Όλγα Κεφαλογιάννη για το έργο της στο υπουργείο Τουρισμού ή στον Γιάννη Ανδριανό για το υπουργείο Αθλητισμού, παρότι δεν θα αποτελούσε μικρότερη ένδειξη για τα νέα πολιτικά δεδομένα. Όμως στη ριζική αλλαγή που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στην ελληνική πραγματικότητα, η ΕΛΑΣ αποτέλεσε τον προμαχώνα, αλλά και τον εκτελεστικό φορέα του μετασχηματισμού – και κανείς δεν την ανέδειξε σε τόσο καθοριστικό ρυθμιστή της καθημερινής ζωής, όσο ο πρώην υπουργός της Νέας Δημοκρατίας. Αν η συλλογική μνήμη δεν έχει υποστεί μη-αναστρέψιμη ζημιά, εύκολα μπορεί ο οποιοσδήποτε ν’ ανακαλέσει τα θραύσματα της θητείας του Νίκου Δένδια στην πολιτική ηγεσία των αστυνομικών δυνάμεων: τους ερημωμένους δρόμους της Αθήνας μετά την έλευση του Ξένιου Δία και την αναβάθμιση των κέντρων κράτησης του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη σε πέλεκυ πάνω απ’ το κεφάλι των μεταναστευτικών κοινοτήτων, ένα κολαστήριο άθλιων συνθηκών διαβίωσης και υπέρμετρης καταστολής· τη βίαιη εκχώρηση του κέντρου της Αθήνας στη Χρυσή Αυγή και τις συνεχείς ενισχύσεις στο γόητρό της· το πογκρόμ κατά των τρανς στη Θεσσαλονίκη· τον βασανισμό των συλληφθέντων αντιφασιστών και των ληστών του Βελβεντού· τις σπασμένες πόρτες σε διαμερίσματα οικογενειών στην Ιερισσό· και πολλά άλλα.
Η αίσθηση της εποχής που ο Νίκος Δένδιας ηγήθηκε του υπουργείου θα έπρεπε να παραμένει πιο ζωντανή από τα ίδια τα γεγονότα. Η θητεία του ξεκαθάρισε δια παντός τη σημασία του όρου «κρατική τρομοκρατία». Σε μία συνθήκη αυξημένης ανασφάλειας και μεγάλων ανακατατάξεων, το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ανέλαβε την κατάπαυση των αντιδράσεων, καταστέλλοντας ευθέως κάθε κινητοποίηση και αξιοποιώντας τις πιο σκληρές παρακρατικές πτυχές του νεοναζιστικού φαινομένου ως φόβητρο. Η κοινωνία που «προστατευόταν» από την ΕΛΑΣ του Νίκου Δένδια ήταν μια κοινωνία που δεχόταν χάδια στα ξενοφοβικά – ή και τα απλά φοβικά – ένστικτά της, ευνουχισμένη μπροστά στην υποβάθμισή της και τρομοκρατημένη απέναντι στην κάθε αστάθεια, άρα και στην κάθε αντίδραση.
Η συγγνώμη του Γιάννη Μουζάλα δεν απευθυνόταν στην υπουργική πλευρά του Δένδια που θα έπρεπε να τον καθορίζει ως πρόσωπο στον πολιτικό και δημόσιο βίο. Πήγαινε στον δημόσιο λειτουργό Δένδια που θεωρούνταν κατά κοινή ομολογία συνεννοήσιμος και αποτελεσματικός, συμπάσχων με τον νυν υπουργό στα βάσανα από το Ελεγκτικό Συνέδριο· στον χαμηλών τόνων, ευγενικό Δένδια που δεν θυμίζει στους τρόπους του τον Αργύρη Ντινόπουλο ή τη Σοφία Βουλτέψη· στον βουλευτή Δένδια που συντάσσεται με τις πιο φιλελεύθερες πτέρυγες της Νέας Δημοκρατίας. Έτσι, σε μία αποστροφή του λόγου του και μία έκφραση συμπάθειας προς τον άλλοτε πολιτικό του αντίπαλο, ο Γιάννης Μουζάλας αποκάλυψε μέσα απ’ την επιλεκτική λήθη του μία τρομακτική αλήθεια για το σήμερα: ότι η κυβερνητική διαχείριση κατά ΣΥΡΙΖΑ έχει αποπολιτικοποιηθεί, δεν έχει μπροστά της κανένα επίδικο πέρα από τη λογιστική και γραφειοκρατική διαχείριση των περιστατικών και είναι πια ελεύθερη να δει την «ανθρώπινη» πλευρά αυτών που κάποτε εφάρμοσαν με υπερβάλλοντα ζήλο τη βιαιότερη αναδιανομή-προς-τα-πάνω που είδε ποτέ το ελληνικό κράτος,την ίδια που υπαγορεύει και σήμερα την κυβερνητική ατζέντα, ασχέτως πολιτικού προσωπικού.