Τι είναι ο «ευρωπαϊκός ρεαλισμός» και γιατί τον ενοχλούν οι γελοιογράφοι;
Αν κάτι μπορούμε να καταλάβουμε από τις κριτικές που δέχθηκε η έκθεση “Sweet Europe” είναι ότι η γελοιογραφία διατηρεί την αιχμηρότητά της ως μέσο πολιτικού σχολιασμού – προς μεγάλη δυσαρέσκεια της τρόικας εσωτερικού και εξωτερικού.
Τα λόγια του Προέδρου της Βουλής, Νίκου Βούτση, είναι αναμφίβολα σκληρά απέναντι στην τραγικωμική προσπάθεια φίμωσης της έκθεσης “Sweet Europe”, που κοσμεί αυτές τις ημέρες τον εκθεσιακό χώρο στον σταθμό του μετρό της Πλατείας Συντάγματος:«Πρόκειται για μια απροσχημάτιστη προσπάθεια λογοκρισίας, από κύκλους της -ανοιχτόμυαλης- κατά τα άλλα Ευρωπαϊκής Ενωσης, στον ευαίσθητο τομέα του Σκίτσου, την ώρα που το αίμα των θυμάτων του Charlie Hebdo δεν έχει ακόμη στεγνώσει». Διοργανωμένη από τη Λέσχη Ελλήνων Γελοιογράφων, η έκθεση φέρνει στον ίδιο χώρο γνωστούς σκιτσογράφους από τις μεγαλύτερες εφημερίδες της Ελλάδας και της Βρετανίας προκειμένου να σχολιάσουν την τωρινή κατάσταση της Γηραιάς Ηπείρου μέσα απ’ τα 150 συνολικά έργα του καταλόγου.
Ενώ ένα τέτοιο εγχείρημα, καλλιτεχνικής φύσεως και εμπνευσμένο από το Brexit, θα περίμενε κανείς να τύχει θερμής υποδοχής από την ευρωπαϊκή κοινότητα, οι παραπάνω δηλώσεις του Προέδρου της Βουλής δείχνουν ότι η πραγματικότητα μάλλον διαφωνεί με τα αναμενόμενα. Κατά παράδοξο, βέβαια, τρόπο, ο Νίκος Βούτσης δεν απαντούσε σε κάποια επίσημη δήλωση, αλλά σε μία σειρά δημοσιευμάτων μεγάλων μέσων ενημέρωσης που υιοθέτησαν τις αλάνθαστες πρακτικές του «πληροφορίες αναφέρουν» για να αποκαλύψουν ότι το περιεχόμενο της έκθεσης έφτασε ως τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, η οποία ενοχλήθηκε απ’ τα «κλισέ» τα οποία αναπαράγονται στα έργα της.
Σύμφωνα με κάποια εξ αυτών, δε, το μήνυμα απ’ την καρδιά της Ευρώπης έλεγε ότι δεν είναι καλή εποχή για τέτοια πράγματα, τώρα που προσπαθούμε να κλείσουμε τη συμφωνία, το οποίο για τους ομιλούντες τη μαφιόζικη διάλεκτο είναι το γνωστό «ωραίο μαγαζάκι, θα ‘ταν κρίμα να του συμβεί κάτι, μια ξαφνική φωτιά ας πούμε, ε;».
Τα «κλισέ» σχολίασε πρώτος ο Στέφανος Κασιμάτης της Καθημερινής. Μέσα από τη στήλη του επιτέθηκε στο περιεχόμενο της έκθεσης με αφορμή την γελοιογραφία του Κωνσταντίνου Ρουγγέρη που απεικόνιζε τα «ιερά κείμενα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης με εξώφυλλα προσαρμοσμένα στη σημερινή συγκυρία: τον τόμο για το ευρώ κοσμούσε ο Χίτλερ, των 60 χρόνων από τη Συνθήκη της Ρώμης το άψυχο σώμα του Αϊλάν Κουρντί, την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση η εικόνα ενός αστέγου. Για τον αρθρογράφο της Καθημερινής, αυτό και τα περισσότερα άλλα εκθέματα «εκφράζουν τον χοντροκομμένο και επιθετικό αντιευρωπαϊσμό της άκρας Αριστεράς, την οποία στις μέρες μας λέμε ‘ριζοσπαστική’ για λόγους πολιτικής ορθότητας». Μάλιστα, πήγαινε ένα βήμα παρακάτω, αποδίδοντας τη διοργάνωση της έκθεσης στη δυσαρέσκεια της Βουλής για την αποτυχία του Μελανσόν και της Λεπέν(!), παρότι τη διοργάνωση ανέλαβε η Λέσχη Ελλήνων Γελοιογράφων, ενώ η Βουλή είχε απλά έναν επικουρικό ρόλο, μαζί με τη ΣΤΑΣΥ, το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ και την Περιφέρεια Αττικής.
Αυτό που για τον Στέφανο Κασιμάτη ήταν μια άποψη (με ανεπαρκή πληροφόρηση), έγινε ρεπορτάζ για συναδέλφους του. Για «σοβαρή ενόχληση και αρνητική έκπληξη σε στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες και στην Αθήνα» έκανε λόγο ο Άγγελος Αθανασόπουλος στο Βήμα, ενώ για το Πρώτο Θέμα η έκθεση προκαλεί «έκπληξη» και «ενοχλεί» τα στελέχη της ΕΕ, «όχι βεβαίως σε βαθμό να υπάρξει επίσημη αντίδραση (εφόσον πρόκειται για ένα πεδίο καλλιτεχνικής έκφρασης)». Αμφότερα τα δημοσιεύματα αποδίδουν στη δυσαρέσκεια των Ευρωπαίων την άρνηση του Προκόπη Παυλόπουλου να παραστεί στα εγκαίνια, ακυρώνοντας την προγραμματισμένη επίσκεψή του. Επίσημη πρόσκληση των διοργανωτών για τα εγκαίνια είχε αποσταλεί και στο αθηναϊκό γραφείο της Κομισιόν, απ’ την οποία κανείς δεν παρευρέθηκε. Σε άλλο κλίμα φάνηκε να κινείται μόνο η αντίδραση του επιτρόπου Δημήτρη Αβραμόπουλου που εξοργίστηκε με την παρέμβαση στην καλλιτεχνική ελευθερία, σύμφωνα με τον Αντώνη Γκιόκα στο Έθνος. Βέβαια, στην ίδια στήλη, ο Προκόπης Παυλόπουλος φέρεται να έχει ακυρώσει την επίσκεψή του στην έκθεση μέρες νωρίτερα, ωστόσο, σύμφωνα με τους διοργανωτές, η αιφνίδια ακύρωση έγινε μόλις μία μέρα πριν.
Ακόμα κι αν ο Νίκος Βούτσης δεν απαντά σε κάποια αποδεδειγμένη δυσαρέσκεια των Ευρωπαίων αξιωματούχων, η δήλωσή του απαντά επαρκώς στο κλίμα που δημιουργήθηκε ενάντια στην έκθεση. Η κατακλείδα του Στέφανου Κασιμάτη, άλλωστε, αναρωτιέται αν είναι δυνατόν η Βουλή «να οργανώνει (και υποθέτω, να πληρώνει) ολόκληρη έκθεση για την κακία του κάθε αποτυχημένου». Η σύνδεση της έκθεσης με την πορεία της συμφωνίας, του περιεχομένου της με την «άκρα Αριστερά» και το κλίμα που διαμορφώνουν οι φημολογίες στα δημοσιεύματα φέρουν ένα σαφές μήνυμα: ότι η κριτική των γελοιογράφων δεν μπορεί να καταφέρεται ενάντια στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, ότι η σάτιρα έχει το όριό της στην καθαγιασμένη ευρωπαϊκή γραφειοκρατία και μάλιστα ότι το κράτος οφείλει να παρεμβαίνει για να διαφυλάξει τους θεσμούς από το δόλιο πενάκι του καλλιτέχνη.
Το δε γεγονός ότι οι δυσαρεστημένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αρνούνται να τοποθετηθούν επωνύμως δεν είναι τυχαίο. Άλλωστε το καθεστώς που τους έχει δώσει ρυθμιστικό ρόλο στο εγχώριο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, έχει μία ακόμα προσμονή πέρα απ’ την απλή ψήφιση αδιέξοδων μέτρων: το λεγόμενο “ownership”· την απαίτηση να υιοθετούνται αυτές οι αντιλήψεις στο εσωτερικό και να μην παρουσιάζονται σαν προϊόν έξωθεν επιβολής. Εδώ το “ownership” προστάζει ότι δεν πρέπει να χρειάζεται έκκληση των Βρυξελλών για την άμεση απόσυρση της έκθεσης. Θα έπρεπε οι εγχώριοι αρμόδιοι να αγαπούσαν από μόνοι τους αρκετά την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία για να το κάνουν χωρίς να αναγκαστεί να εκτεθεί η ίδια.
Αποτελεί μάλλον ειρωνία ότι οι εγχώριοι δημοσιολογούντες που συχνά κραύγασαν ότι ζούμε «στην τελευταία Σοβιετία της Ευρώπης», τώρα φαίνεται να ζητούν ένα καθεστώς που θα θέτει όρια στη θεματολογία που μπορεί να αγγίξει η τέχνη, ενόσω θέτουν μια γραφειοκρατική τάξη στο απυρόβλητο. Πικρή, πλην ειρωνία.
Η έκθεση “Sweet Europe”, στον σταθμό Μετρό του Συντάγματος, διαρκεί ως τις 21 Μαΐου.