Ο Ανδρέας Λοβέρδος είναι ένας βασανιστής αδυνάμων και αρρώστων
Ο Ανδρέας Λοβέρδος θα έπρεπε να τελειώσει τις μέρες του βυθισμένος στην απαξίωση, με τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών το μόνο πράγμα που θα θυμάται γι’ αυτόν η κοινωνία. Κι όλα αυτά μόνο και μόνο επειδή, δυστυχώς, δεν υπήρξε η βούληση –ή και ο τεχνικός τρόπος– να τιμωρηθεί: ο κ. Λοβέρδος θα έπρεπε να είναι στη φυλακή.
Με αφορμή έναν ακόμη θάνατο ενός από τα θύματα της διαπόμπευσης οροθετικών γυναικών του 2012, κι ένα σχόλιο που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο Ανδρέας Λοβέρδος βγήκε για ακόμη μια φορά να πει πόσο δεν ευθύνεται για εκείνα τα φρικαλέα γεγονότα. Δεν θα παραθέσω όλη την τραγική ιστορία εδώ – έχουμε δημοσιεύσει πολλά γύρω από το ζήτημα και υπάρχει ευτυχώς το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ «Ερείπια» της Ζωής Μαυρουδή, όπου μπορεί κανείς να καταφύγει για όλη την αλήθεια. Θα αρκεστώ εδώ να πω, αφού τα γεγονότα αυτά ήρθαν και πάλι, με τραγική αφορμή, στην επικαιρότητα, πως ο Ανδρέας Λοβέρδος είναι από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα πολιτικών που μπορούν να διαπράττουν τεράστιες χυδαιότητες, να τις υπερασπίζονται δημόσια με επιθετικό τρόπο, κι ύστερα να κατορθώνουν να ξεγλιστρούν από τις συνέπειές τους, επιβιώνοντας στην πολιτική και στη δημοσιότητα.
Παραθέτω, χαρακτηριστικά, μια δήλωση του Ανδρέα Λοβέρδου από το 2012: «…συγκρούεται το αγαθό του ατομικού δικαιώματος του απορρήτου γύρω από τα ιατρικά θέματα κάθε προσώπου με το κοινωνικό δικαίωμα στην υγεία των υπολοίπων, που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το πρώτο πρόσωπο. Τι φταίει η σύζυγος, η φίλη, η σύντροφος ενός ανθρώπου που πηγαίνει χωρίς να πάρει προφυλάξεις με εκδιδόμενη γυναίκα; Ποιος θα προστατεύσει όχι αυτόν που διέπραξε βαρύτατης κοινωνικής απαξίας ενέργεια, αλλά τον άλλον που είναι άμοιρος ευθυνών; […] Είναι σαν μία βόμβα, υγειονομική, που έχει εκραγεί. Από τη στιγμή που το πρόβλημα ξέφυγε από το γκέτο και αναμίχθηκε με τη δρώσα ελληνική κοινωνία πρέπει τώρα πάνω στην έκρηξη που έχει ήδη συμβεί να προσπαθήσουμε να κάνουμε πολιτικές περιορισμού, όχι εξαφάνισης».
Έναν χρόνο αργότερα, ο συνάδελφος Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος κι εγώ πήραμε συνέντευξη από τον Ανδρέα Λοβέρδο. Ιδού ο –επίσης χαρακτηριστικός– διάλογος γύρω από το θέμα – όπου ο κ. Λοβέρδος, αφότου έχει και πάλι αρνηθεί την ευθύνη του για τη διαπόμπευση λέγοντας πως ευθυνόταν ο εισαγγελέας, απαντά στην ερώτηση αν συμφωνούσε με τη δημοσιοποίηση των στοιχείων των οροθετικών γυναικών:
«Ήμουν σύμφωνος σε μία περίπτωση. Στην πρώτη, τι ήταν, Ουκρανή, Ρωσίδα; Εκεί είχαμε γύρω στα 1500 τηλεφωνήματα. Ανθρώπων που είχαν πάει. Ο κόσμος ενεργοποιήθηκε μετά τη δημοσιοποίηση της φωτογραφίας. Τα υπόλοιπα ήταν άχρηστα γιατί ήταν κοπέλες με πολλά προβλήματα υγείας, και μόνο στη θέα τους…»
«Συγγνώμη, εσείς βγήκατε και κάνατε μετά δηλώσεις ότι όλο αυτό ήταν θετικό διότι αντιμετωπίζεται το πρόβλημα του AIDS…»
«Μάλιστα».
«Το πρόβλημα του AIDS στην Αθήνα οφειλόταν σε μία Ρωσίδα;»
«Σε πολύ μεγάλο βαθμό!»
Είναι φανερό ότι ο άνθρωπος που έχει κάνει και τις δύο αυτές δηλώσεις στο διάστημα ενός χρόνου, αξίζει μόνο τον χλευασμό. Ή, μάλλον, θα άξιζε μόνο τον χλευασμό, αν δεν ήταν ταυτόχρονα ένας από τους βασικά υπεύθυνους για ένα έγκλημα. Δυστυχώς, όχι μόνο δεν έχει βρεθεί υπόλογος για τις ευθύνες του, αλλά επιβιώνει ως παράγοντας της πολιτικής ζωής. Ασφαλώς, αυτό δεν το πετυχαίνει μόνος του. Η ίδια η δομή της δημοσιότητας αλλά και ο τρόπος αντιμετώπισης από τα ΜΜΕ τού το επιτρέπει και τον διευκολύνει. Κατά τη γνώμη μου, ο κ. Λοβέρδος θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται όπου κι αν βρεθεί ως ο διαπομπευτής των οροθετικών γυναικών. Οι δημοσιογράφοι, ακόμη κι αν πηγαίνει να συζητήσει για την οικονομία ή για το αγαπημένο του χρώμα, θα έπρεπε να τον υποδέχονται λέγοντας «καλωσορίζουμε τον κ. Λοβέρδο, γνωστό για την ευθύνη του στη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών». Ως το τέλος της ζωής του, σε οποιοδήποτε πλαίσιο, πολιτικό ή κοινωνικό, ακόμη κι όταν είναι καλεσμένος σε γάμο ή σε κοπή πίτας επαρχιακού πολιτιστικού συλλόγου, θα έπρεπε να γίνεται το ίδιο: κάθε άνθρωπος που συναντάει θα έπρεπε να τον αντιμετωπίζει ως τον βασανιστή αδυνάμων και αρρώστων που είναι. Ο Ανδρέας Λοβέρδος θα έπρεπε να τελειώσει τις μέρες του βυθισμένος στην απαξίωση, με τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών το μόνο πράγμα που θα θυμάται γι’ αυτόν η κοινωνία. Κι όλα αυτά μόνο και μόνο επειδή, δυστυχώς, δεν υπήρξε η βούληση –ή και ο τεχνικός τρόπος– να τιμωρηθεί: ο κ. Λοβέρδος θα έπρεπε να είναι στη φυλακή.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος δεν είναι ο μόνος που ευθύνεται για το έγκλημα αυτό που διαπράχθηκε το 2012. Ευθύνεται ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ως προϊστάμενος της αστυνομίας. Η ίδια η αστυνομία. Το ΚΕΕΛΠΝΟ. Σχεδόν όλα τα ΜΜΕ της χώρας. Και άλλοι.
Υπάρχει όμως λόγος που ο Ανδρέας Λοβέρδος ξεχωρίζει ακόμη κι ανάμεσα σε αυτούς που τον συναγωνίζονται ως βασανιστές. Όχι μόνο φέρει την ευθύνη για την κατάπτυστη υγειονομική διάταξη που άνοιξε τον δρόμο σε όλα αυτά, αλλά υπήρξε και ο πλέον χυδαίος δημόσιος υπερασπιστής του εγκλήματος. Είναι ο άνθρωπος που ως υπουργός υγείας στοχοποίησε με διαστρεβλώσεις και ψευδή στοιχεία τη μία αδύναμη ομάδα μετά την άλλη –τοξικομανείς, μετανάστες, οροθετικούς– και πρωτοστάτησε στην εκπόνηση και την εφαρμογή μιας φασιστικής πολιτικής, γράφοντας μια από τις μελανότερες σελίδες της πρόσφατης ιστορίας.
Το γεγονός ότι ο Ανδρέας Λοβέρδος εξακολουθεί να ακούγεται και να συμμετέχει στη δημόσια ζωή και δεν αντιμετωπίζεται παντού και πάντα ως ο βασανιστής που είναι, αποτελεί ντροπή για όλους μας.
___