Η σιωπηρή αλλαγή πλεύσης του ΣΥΡΙΖΑ στο ουκρανικό
Η ψήφιση της συμφωνίας σύνδεσης Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης – Ουκρανίας πέρασε από το ελληνικό κοινοβούλιο με συνοπτικές διαδικασίες, μολονότι ο ΣΥΡΙΖΑ την είχε καταψηφίσει έναν χρόνο νωρίτερα στην Ευρωβουλή. Τι κι αν ο πρόεδρος της Ουκρανίας Πέτρο Πορόσενκο διατηρεί τις σχέσεις του με ναζιστικά μορφώματα; Η «δεύτερη φορά Αριστερά» επιδίδεται σε μια ακόμη μεγαλειώδη -αν και σιωπηρή- αλλαγή πλεύσης, εφαρμόζοντας μάλιστα τη συμφωνία με ταχύτατους ρυθμούς...
Τον Γενάρη του 2015 η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ -λίγες μέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της- καταγγέλονταν από τους Financial Times (29/1) για την στάση της στο θέμα της Ουκρανίας. Η εφημερίδα μιλούσε για έντονη ανησυχία που έχει προκληθεί στην Ε.Ε αφού «οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, υπό την καθοδήγηση της Βρετανίας, της Γερμανίας και της Γαλλίας, το τελευταίο διάστημα έχουν χαράξει προσεκτικά μια στρατηγική για να κρατήσουν ενωμένα τα 28 μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης» στο θέμα αυτό.
Τον Δεκέμβριο του 2015 οι αναλυτές των Financial Times, μάλλον δαγκώνουν την γλώσσα τους. Στο τελευταίο δίμηνο η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνον ενέκρινε στη Βουλή την -πολύ σημαντική για τα ατλαντικά συμφέροντα- σύμβαση σύνδεσης της Ε.Ε με την Ουκρανία αλλά αποδείχθηκε ένθερμη στην εφαρμογή της.
Τι κι αν την είχε καταψηφίσει έναν χρόνο νωρίτερα στην Ευρωβουλή; Τι κι αν ο πρόεδρος της Ουκρανίας Πέτρο Πορόσενκο διατηρεί τις σχέσεις του με ναζιστικά μορφώματα; Περασμένα –ξεχασμένα, καθότι… άλλαξαν οι καιροί.
Δύο επαφές Τσίπρα – Πορόσενκο
Παρά το γεγονός ότι δεν προβλήθηκε ιδιαίτερα, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, μετά τις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, είχε δύο συνομιλίες με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Πέτρο Πορόσενκο, η μία μάλιστα κατ’ ιδίαν.
Στις 23 Νοεμβρίου, ο επικεφαλής της ουκρανικής κυβέρνησης τηλεφώνησε στον έλληνα πρωθυπουργό, προκειμένου να του εκφράσει τις ευχαριστίες του για την έγκριση από το ελληνικό κοινοβούλιο της συμφωνίας σύνδεσης Ουκρανίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία θεωρεί συνολικά κομβικής σημασίας για τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα του.
Η είδηση προβλήθηκε με ιδιαίτερα λιτό τρόπο από τα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης μετά από μία σύντομη ανακοίνωση που κοινοποιήθηκε από το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Σύμφωνα με αυτή, στην συζήτηση τονίστηκε «η ανάγκη να διασφαλιστεί η ειρήνη και η σταθερότητα στην Ουκρανία και την ευρύτερη περιοχή, καθώς και η προοπτική ενίσχυσης των ελληνο-ουκρανικών σχέσεων».
Ουκρανικά μέσα ενημέρωσης που επικαλούνταν διαρροές από την πλευρά της ουκρανικής κυβέρνησης επισήμαναν ότι «οι δύο πλευρές αντάλλαξαν τις απόψεις σχετικά με την τήρηση των συμφωνιών Μινσκ». Λίγες ημέρες αργότερα, ο Αλέξης Τσίπρας, συναντήθηκε με τον Πέτρο Πορόσενκο, στο περιθώριο της διεθνούς διάσκεψης για την κλιματική αλλαγή στο Παρίσι, μία συνάντηση που έγινε μεταξύ άλλων συναντήσεων με διεθνείς προσωπικότητες, από άλλες χώρες της Ευρώπης και της Λατινικής Αμερικής. Εξ αντικειμένου δεν δόθηκε ιδιαίτερη δημοσιότητα.
Ίσως όλα τα παραπάνω να μην αποτελούσαν τίποτε περισσότερο από μια απλή διπλωματική ρουτίνα, αν ταυτόχρονα δεν υπήρχε και μία εμφανέστατη προσπάθεια στο εσωτερικό της χώρας να περάσει απαρατήρητη η ξεκάθαρη αλλαγή στάσης της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στο ουκρανικό ζήτημα, καθώς και οι εξηγήσεις που δόθηκαν γι’ αυτή την αλλαγή.
Η μουλωχτή σύμβαση
Η ψήφιση της συμφωνίας σύνδεσης Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης – Ουκρανίας, που ουσιαστικά προδιαγράφει μία σειρά μέτρων ενίσχυσης των δεσμών της χώρας αυτής με την Ε.Ε σε όλα τα επίπεδα, πέρασε από το ελληνικό κοινοβούλιο με συνοπτικές διαδικασίες. Για την ακρίβεια, δαπανήθηκε μία συνεδρίαση της αρμόδιας Διαρκούς Επιτροπής Εξωτερικών & Άμυνας, και περίπου 15 λεπτά στην έναρξη της συνεδρίασης της Ολομέλειας της Βουλής στις 18 Νοεμβρίου.
Πρόκειται για ένα κείμενο 500 περίπου σελίδων που, πέραν του ότι καθορίζει ζητήματα διμερών σχέσεων και συνεργασιών μεταξύ της Ουκρανίας και των χωρών μελών της Ε.Ε, διαμορφώνει συνθήκες ελέγχου και των πολιτικών εξελίξεων στην χώρα. Γίνεται λόγος για την ανάγκη «εκδημοκρατισμού» των θεσμών και των διαδικασιών της, στο πλαίσιο της «εκδυτικοποίησης» της χώρας. Επίσης ρυθμίζει θέματα ελεύθερων ζωνών εμπορίου καθώς και το καθεστώς χρηματοδότησης της Ουκρανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η διαδικασία της έγκρισής της έχει ιδιαίτερα ενδιαφέροντα στοιχεία, που στο σύνολο τους οδηγούν αυτόματα σε πολιτικά συμπεράσματα:
Πρόκειται για μια σύμβαση την οποία η κυβέρνηση εισηγήθηκε για ψήφιση στο ελληνικό κοινοβούλιο παρά το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, την είχαν καταψηφίσει όταν αυτή είχε προταθεί στο ευρωκοινοβούλιο. Μόλις έναν χρόνο πρίν!
Μάλιστα όπως είχε χαρακτηριστικά δηλώσει την περίοδο εκείνη (3/9/2014) σύσσωμη η ευρω-κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ (συμπεριλαμβανομένων και στελεχών όπως ο Δ. Παπαδημούλης που παραμένουν ευρωβουλευτές του κυβερνώντος κόμματος): «Η Ελλάδα πρέπει να σταματήσει να αποτελεί “ουρά” των ισχυρών της Ευρώπης και να διαφοροποιηθεί με σαφήνεια από την αμερικανονατοϊκής έμπνευσης επιθετικότητα της Ε.Ε. και άλλων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει σταθερά ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να παίξει ρόλο σταθεροποιητικό στην ευρύτερη περιοχή και να υπηρετήσει πολιτικές ειρήνης, συνεργασίας και ανάπτυξης με όλες τις χώρες και βεβαίως με τη Ρωσία. Η Ελλάδα οφείλει να πρωτοστατήσει σε μια ευρεία συμμαχία, με αφετηρία τις δυνάμεις του ευρωπαϊκού Νότου, με σκοπό την ανατροπή της ακολουθούμενης σήμερα πολιτικής απέναντι στην ουκρανική κρίση, πράγμα που θα επιτρέψει την εξομάλυνση των οικονομικών σχέσεων με τη Ρωσία, συμβάλλοντας έτσι και στην ανακούφιση των προβλημάτων των χωρών της Νότιας Ευρώπης. Άμεση αποκλιμάκωση της έντασης θα αποτελεί συμβολή στην ειρήνη και ανάσα στις ελληνικές εξαγωγές. Τέλος, οι Ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλουν ως εγκληματική τη σχεδιαζόμενη εγκατάσταση της λεγόμενης αντιπυραυλικής ασπίδας».
Τη μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στο θέμα αυτό αιτιολόγησε κατά τη διάρκεια της συζήτησης της σχετικής σύμβασης στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Νίκος Ξυδάκης, λέγοντας: «Δεν είναι δική μου δουλειά να κρίνω τις ψήφους Ευρωβουλευτών το Σεπτέμβριο του 2014 για το τι ψήφισαν στο Ευρωκοινοβούλιο. Επειδή, όμως, είμαστε “πολιτικά ζώα”, νομίζω ότι μπορούμε να κρίνουμε και την ιστορική στιγμή. Κάθε φορά είναι άλλη η δυναμική των πραγμάτων, άλλη η δυναμική του ουκρανικού ζητήματος το Σεπτέμβριο του 2014». Και ο νοών νοείτω…
Παρατηρώντας συνολικά τους κυβερνητικούς χειρισμούς στο θέμα αντιλαμβάνεται κανείς ότι υπήρξε μία μεθόδευση υποτίμησης της σημασίας της ψήφισης της συγκεκριμένης σύμβασης. Μία εμφανέστατη προσπάθεια να «τσουβαλιαστεί» με τις αντίστοιχες κυρώσεις συμβάσεων που αφορούν την Μολδαβία και την Γεωργία που ήρθαν για ψήφιση την ίδια ημέρα.
Μάλιστα όταν η σύμβαση ήρθε στην ολομέλεια της Βουλής, εισηγητής εκ μέρους της κυβέρνησης δεν ήταν ο Ν. Ξυδάκης αλλά ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Δημήτρης Μάρδας, ο οποίος δεν ανέφερε καν στην ομιλία του όνομα της Ουκρανίας! Είπε απλά ότι «δεν παρουσιάζουν κάποιες ιδιαιτερότητες οι συγκεκριμένες συμφωνίες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υπογράψει δεκάδες τέτοιες συμφωνίες, οι οποίες προβλέπουν μία διαδικασία σύνδεσης» για να συμπληρώσει λίγα λεπτά αργότερα πως «επαναλαμβάνω, δεν αποτελεί κάτι ιδιαίτερο σε σχέση με τις συμφωνίες σύνδεσης αυτής της μορφής που έχει υπογράψει η Ευρωπαϊκή Ένωση με όλον τον υπόλοιπο κόσμο».
Μια εκτίμηση που μοιάζει ελαφρώς… ασυμβίβαστη με τις δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, όταν ενημέρωσε την Βουλή για τους βασικούς άξονες της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Όπως είχε τονίσει, «η Ελλάδα βρίσκεται στο κέντρο ενός φλεγόμενου τόξου που ξεκινάει από την Ουκρανία, καταλήγει στη Λιβύη, αλλά επεκτείνεται και νότια και δυτικά στην Ευρώπη, με τα τελευταία γεγονότα στη Γαλλία και τώρα στον Βέλγιο. Η Ελλάδα, λοιπόν, στο κέντρο αυτού του τόξου είναι το μόνο σημείο σταθερότητας, αλλά αυτή η σταθερότητα είναι αρκετά ευάλωτη».
Προφανώς λοιπόν η Ουκρανία και οι σχέσεις της Ε.Ε μαζί της αποτελούν… «κάτι ιδιαίτερο»!
Άμεση εφαρμογή…
Η σύμβαση, ειδικά για τις ελληνο-ουκρανικές σχέσεις προβλέπει ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων σε μια σειρά κλάδους με έμφαση στον αγροτικό. Κατατέθηκε στην Βουλή στις 3 Νοεμβρίου, ψηφίστηκε, όπως προαναφέραμε, στις 18 του ίδιου μήνα και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ στις 26 Νοεμβρίου.
Επιδείχθηκε μάλιστα τέτοια σπουδή και ταχύτητα στην εφαρμογή της, που μπορεί να την αποκαλέσει κανείς ιδιαίτερα εντυπωσιακή για τα ελληνικά δεδομένα.
Μόλις μία εβδομάδα αργότερα, στις 3 Δεκεμβρίου, ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Μάρκος Μπόλαρης, γνωστός ως υφυπουργός του Ανδρέα Λοβέρδου κατά την διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών το 2012, συναντήθηκε με τον πρεσβευτή της Ουκρανίας στην Ελλάδα, Βολοδυμύρ Σκουρώφ προκειμένου να συζητηθούν σειρά διακρατικών δράσεων στον αγροτοδιατροφικό τομέα με τον τουρισμό – πολιτισμό. Όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, ενεργοποιήθηκε η επιτροπή Ελληνο-ουκρανικής συνεργασίας που ήταν ανενεργή τα τελευταία… 18 χρόνια «με σκοπό την ανταλλαγή επιστημονικής και τεχνικής πληροφόρησης και τεκμηρίωσης, γενετικού και βιολογικού υλικού, πληροφοριών σχετικά με τις εξελίξεις στην επιστημονική έρευνα, επισκέψεων εμπειρογνωμόνων και συμβούλων και οργάνωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, σεμιναρίων, συνεδρίων και συναντήσεων σε αμφότερες τις χώρες, καθώς και τριμερή συνεργασία με άλλες χώρες, την Ε.Ε. και διεθνείς οργανισμούς με σκοπό τη διευκόλυνση της οικονομικής αναμόρφωσης, την ανάπτυξη και υλοποίηση περιφερειακών προγραμμάτων που στοχεύουν στη βελτίωση της παραγωγής και των συστημάτων εμπορίας».
Επιπρόσθετα, ο εκπρόσωπος των ΑΝ.ΕΛ Δημήτρης Καμμένος δήλωσε για το θέμα στην Βουλή πως «προτίθεμαι και κάνω πρόταση να γίνουν διακοινοβουλευτικές ομάδες τόσο στην Επιτροπή Οικονομικών όσο και στην Επιτροπή Ενέργειας, έτσι ώστε να σας προσκαλέσουμε να δείτε τις δικές μας εμπειρίες από την κρίση, τις δικές μας εμπειρίες από την εμπλοκή με την Ευρωπαϊκή Ένωση σε όλους τους θεσμούς, τις δικές μας εμπειρίες στο τραπεζικό σύστημα, τις δικές μας εμπειρίες στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, των κόκκινων δανείων, της ύφεσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Μιλώ ως Αντιπρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπών Οικονομικών Υποθέσεων, αλλά πιστεύω ότι και άλλοι συνάδελφοι, τόσο για την ενέργεια όσο και για άλλα ζητήματα, θα συμφωνήσουν μαζί μου».
Δημοκρατία
Αξίζει, τέλος, να αναφέρουμε ότι η κυβέρνηση της Ουκρανίας, που φιλοδοξεί να αναδειχθεί σε μία «δημοκρατία δυτικού τύπου», μόλις 2 μήνες πριν ανακοίνωσε την επιβολή κυρώσεων σε 105 νομικά πρόσωπα και 388 φυσικά πρόσωπα, ανάμεσά τους και έλληνες ευρωβουλευτές και βουλευτές, με την κατηγορία των ενεργειών κατά της χώρας. Στην Ουκρανία επίσης είναι γνωστό ότι έχει απαγορευθεί η δράση των κομμουνιστικών κομμάτων.
Παράλληλα ο πρόεδρος της Πέτρο Πορόσενκο -σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα του περιοδικού Νοβόγιε Βρέμια– πιστοποίησε και με οικονομικά στοιχεία ότι ανήκει στην κάστα των ολιγαρχών που ωφελήθηκαν από το δράμα της Ουκρανίας.
Η προσωπική του περιουσία ανέβηκε στα 979 εκατομμύρια δολάρια παρουσιάζοντας αύξηση της τάξης του 20%, ενώ σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα «η διεθνής επενδυτική τράπεζα του προέδρου αύξησε το ενεργητικό της κατά 84,8% την ώρα που το τραπεζικό σύστημα της χώρας έχει καταρρεύσει και 60 τραπεζικά καταστήματα έχουν κλείσει».
Επίσης, στενός συνεργάτης της ουκρανικής κυβέρνησης παραμένει ο περίφημος Ντμίτρο Γιάρος, πρώην επικεφαλής της εγκληματικής ναζιστικής οργάνωση Πράβι Σεκτόρ («Δεξιός Τομέας»). Αν και δήλωσε ότι αποχωρεί από την οργάνωση η οποία πλέον τάσσεται κατά του προέδρου Π. Πορόσενκο, παραμένει σύμβουλος του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων της Ουκρανίας.
Μόνιμη επωδός όσων κατά καιρούς ασκούν την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας είναι πώς αυτή δεν μπορεί να υπαγορεύεται από «συναισθηματισμούς» αφού πρόκειται για τέχνη εξυπηρέτησης κρατικών συμφερόντων. Όπως επισήμανε άλλωστε για το θέμα και η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Φωτεινή Βάκη, στην συζήτηση για την ουκρανική σύμβαση «οι σκιερές πλευρές της Ε.Ε δεν διορθώνονται ούτε με αποδράσεις ούτε με ηρωικές και πένθιμες εξόδους, αλλά με μια συστηματική και επίπονη δουλειά αλλαγής εντός αυτού του πλαισίου».
Εικάζει λοιπόν κανείς ότι το ουκρανικό ζήτημα ήταν ένα ακόμη «προαπαιτούμενο»…