Το «πρόβλημα με τα αγόρια»
Στο κείμενο «ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ομοφυλοφιλία» του Κώστα Μάρκου, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΡΙΝ της περασμένης Κυριακής, η επίκληση της «αντικαπιταλιστικής ανατροπής» δεν αποτελεί άραγε απλώς το «κλείσιμο του ματιού» για την προσδοκία «εξάλειψης του προβλήματος» στον κομμουνισμό;
Το κείμενο «ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ομοφυλοφιλία» του Κώστα Μάρκου αποτελεί μια προσπάθεια να επιβληθεί σιωπή σε πολλά επίπεδα. Ο ίδιος ο τίτλος του υπονοεί ότι η αυθεντική διατύπωση των θέσεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για το εν λόγω θέμα (και για κάθε άλλο, εικάζει κανείς) προκύπτει μόνο από των στηλών της εφημερίδας ΠΡΙΝ, ειδάλλως, το κείμενο θα τιτλοφορούνταν «Συμβολή στη συζήτηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για…» ή «Κριτική σε αντιλήψεις εντός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ περί…». Πόσω μάλλον που για τα θέματα του φύλου και της σεξουλικότητας συγκροτήθηκαν και λειτουργούν η Γυναικεία και η lgbtq ομάδα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με θέσεις όλως διάφορες από αυτές που εκφράζονται στο συγκεκριμένο άρθρο – αλλά φαίνεται πως ήρθε η ώρα να τραβηχτεί το αυτί της «βάσης» για τα ανάρμοστα ξεθαρρέματά της…
Γιατί «ανάρμοστα»; Διότι, όπως αναφέρει η ακροτελεύτια πρόταση του άρθρου, «η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορεί να συμβάλει, αρκεί καταρχήν να έχει αντιπαραθετική, πολεμική σχέση με όλα τα παραπάνω», ήτοι συγκεκριμένες εκδηλώσεις lgbtq ακτιβισμού, «αντί να συμμετέχει, προσδίδοντάς τους αντικαπιταλιστικό άλλοθι» – όπως, σημειωτέον, πράττουν απο ετών αρκετά μέλη και αυτοτελώς μερικές από τις οργανώσεις του ίδιου πολιτικού μετώπου.
Την αφορμή για αυτές τις παρατηρήσεις, δίνει βεβαίως το πρόσφατο Φεστιβάλ Υπερηφάνειας της Αθήνας, το οποίο καταγγέλλεται για σειρά (υπαρκτών) εκφυλιστικών συμπτωμάτων ενσωμάτωσης σε μια καθεστωτική, νεοφιλελεύθερη, εμπορευματική λογική. Παραδόξως, στην απαρίθμηση παραλείπεται το πιο κραυγαλέο όλων: η συμμετοχή με ειδικό περίπτερο στο Pride του διαβόητου ΚΕΕΛΠΝΟ, συνεργού στη στοχοποίηση των οροθετικών γυναικών. Αλλά, τυχόν αναφορά σε αυτό το γεγονός, αναπόφευκτα θα έφερνε στη συζήτηση τις έντονες αντιδράσεις, έστω και μειοψηφικές, που προέκυψαν εντός του LGBT κινήματος – θα υπενθύμιζε τις πολιτικές κριτικές που ξεδιπλώνονται, όχι από θέση εξωτερικότητας ή υποκρυπτόμενης αντιπαλότητας προς τον χώρο, αλλά σε μια λογική μεγαλύτερης ριζοσπαστικοποίησης των διεκδικήσεών του και οργανικής διασύνδεσής του με το ευρύτερο αίτημα της κοινωνικής χειραφέτησης.
Όποιος δεν γνωρίζει το κείμενο με το οποίο η Judith Butler αποποιήθηκε το βραβείο του Pride του Βερολίνου, θα ωφεληθεί πολύ αν το διαβάσει. Όποιος αγνοεί ότι στο Stonewall πρωτοστάτησαν Αφροαμερικανίδες και Πορτορικανές τρανς και ότι υπόθεση της gay liberation προέκυψε άμεσα από το κίνημα πολιτικών δικαιωμάτων, την αντίθεση στον Πόλεμο στο Βιετνάμ την εν γένει ριζοσπαστική ζύμωση και τον φεμινισμό της δεκαετίας του ’60, ας το μάθει, πριν βαλθεί να γράφει κείμενα του τύπου «Η Αριστερά και…». Οπωσδήποτε, δε, ας μην κάνει την άγνοιά του παντιέρα, υπερασπιζόμενος την «αντίστασή» του (με την φροϋδική έννοια) απέναντι σε κάθε αμφισβήτηση των παραδεδομένων έμφυλων ρόλων.
Διότι, τι άλλο από «αντίσταση» είναι η επιμονή στον ιατρογενή όρο «ομοφυλοφιλία», όταν η θεωρία του κοινωνικού φύλου αναδεικνύει την πολλαπλότητα και ρευστότητα των σεξουαλικών ταυτοτήτων και όταν ο lgbtq ακτιβισμός μπορεί να συνασπίζει πολιτικά ανθρώπους κάθε δυνατού προσανατολισμού; Τι άλλο από «αντίσταση» είναι το ότι ακόμη και σήμερα, ακόμη και σε ένα έντυπο της Αριστεράς, προκύπτει η παρόρμηση να «ερμηνευθεί η ομοφυλοφιλία» (σαν να χρειάζεται κάποια «ερμηνεία» για την ποικιλία των σεξουαλικών πρακτικών ανά τους αιώνες και τους πολιτισμούς); Πόσω μάλλον, όταν με κάποιον ανεξήγητο τρόπο το θέμα μπλέκει με τη «σεξουαλική πείνα» στις μέρες μας και τη «βαθύτατη κρίση στις σχέσεις των δυο φύλων». Αλλά κάπου εδώ, ασφαλώς, ο δρ. Kinsey θα έσκιζε τις ζαρτιέρες του από απελπισία…
Όμως, το ερώτημα εντέλει είναι απλό: αναγνωρίζει ο συντάκτης του ΠΡΙΝ την διακριτότητα και την σχετική αυτοτέλεια της lgbtq υπόθεσης – την ανάγκη της να καταστεί ορατή και να θέσει στόχους (όχι μόνο θεσμικούς) στο σήμερα; Αναγνωρίζει ότι και αυτός ο τομέας αποτελεί πεδίο όπου διακυβεύεται η επικράτηση είτε καθεστωτικών είτε ριζοσπαστικών αντιλήψεων; Και πώς φαντάζεται ότι θα κριθεί η διακύβευση αυτή, χωρίς την αυτοπρόσωπη παρουσία της Αριστεράς; Ή θεωρεί ότι εκτός από την Αριστερά πρέπει να σιωπήσουν και οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι; Πώς είναι δυνατόν ένα άρθρο αφιερωμένο στην «ομοφυλοφιλία» να εξαφανίζει το ίδιο του το θέμα, καταλήγοντας στην πρόταση για ένα πολύμορφο μέτωπο που καρδιά του θα είναι «ένα “νέου τύπου” γυναικείο κίνημα απελευθέρωσης, με βασική θέση την αρμονική συνεργασία των δυο φύλων και κάθε σεξουαλικής σχέσης»; Άραγε η επίκληση της «αντικαπιταλιστικής ανατροπής» δεν αποτελεί σε αυτά τα συμφραζόμενα απλώς το «κλείσιμο του ματιού» για την προσδοκία «εξάλειψης του προβλήματος» στον κομμουνισμό;
Δεν γνωρίζω πόσο έχουμε προοδεύσει πραγματικά από την εποχή που ο μακαρίτης Γρηγόρης Φαράκος εκφωνούσε την περιλάλητη ομιλία του για «το πρόβλημα με τα κορίτσια» – που πάντως χλευάστηκε στον καιρό της. Γνωρίζω, ωστόσο, ότι η αφ’ υψηλού κριτική της «ενσωμάτωσης» των άλλων, δίκην «αυτοεκπληρούμενης προφητείας», ή η επίκληση της «πρωτεύουσας αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας» και της «ανάγκης υπέρβασης του καπιταλισμού», προκειμένου να παρακαμφθούν ειδικά ζητήματα που δεν είναι αρεστά, αποτελεί μια μανιέρα με εφαρμογή σε κάθε δυνατό πολιτικό αντικείμενο.
Για να «εκφυλιστεί» το Pride έπρεπε να υπάρξει Pride – ξεκινώντας από τα αδέσποτα χρόνια της διοργάνωσής του από την Πάολα στου Στρέφη. Αλλά οι εκκλήσεις «να πάρουμε αποστάσεις» δεν έχουν κανένα νόημα, όταν προέρχονται από όσους ούτως ή άλλως ουδέποτε έως τώρα έκριναν αναγκαία την ανάδειξη της lbgt υπόθεσης, με τον συγκεκριμένο ή και οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Κατά τα λοιπά, ακόμη και τα σταματημένα ρολόγια δείχνουν σωστά την ώρα δύο φορές τη μέρα…
Εξάλλου, είπαμε: το πράγμα δεν περιορίζεται εδώ. Θα μπορούσε να έχει γραφτεί ένα ολόιδιο κείμενο, στο οποίο η λέξη Pride να έχει αντικατασταθεί από τις λέξεις «Πλατείες», «αριστερή κυβέρνηση» ή «αντιφασιστική πάλη». Ποιός ξέρει, μπορεί η αποξένωση των δύο φύλων να δίνει την εξήγηση και για αυτά…