Η παντοδυναμία και η παρακμή του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη – Μέρος Α΄
Από το 1922 μέχρι σήμερα δεν έφυγε λεπτό από το κέντρο της πολιτικής σκηνής. «Καταχθόνιο» το χαρακτήρισαν πολλοί, το κατηγόρησαν ότι «ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις» και ότι παίζει βρόμικα παιχνίδια. Τελικά, για ποιον «παίζει» το Συγκρότημα; Ο θρύλος του χτίστηκε γύρω από τους αγώνες του ιδρυτή του για τη φιλελεύθερη παράταξη και τη Δημοκρατία. Αλλά μήπως ήταν προορισμένο να παίζει μόνο για τον εαυτό του; Και ποιος μιλάει γι' αυτό;
«Παράφρονα εκδότη! Πού κατήντησε η Ελλάς! Ένας υστερικός έμπορος διαφημίσεων να κρίνει τις τύχες της Ελλάδος!»
Εμμανουήλ Τσουδερός, ιδιόχειρη σημείωση για τον Δημήτριο Λαμπράκη
Να, «εκεί που κάθεσαι καθόταν ο Βενιζέλος. Κι εδώ που κάθομαι εγώ καθόταν ο Λαμπράκης και του υπαγόρευε τα μέλη της κυβέρνησής του. Σε αυτό το μαγαζί ήρθες να δουλέψεις». Τα ίδια αυτά λόγια έχουν χρησιμοποιήσει αρκετά στελέχη του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, με εμφανή αγωνία να μεταλαμπαδεύσουν στους νέους προσήλυτους την υποχρέωση να νιώθουν δέος για τον τόπο εργασίας τους. Αλλά και με εξίσου εμφανή αδιαφορία για την ιστορική ακρίβεια. Ακρίβεια όχι τόσο ως προς το αν ο Δημήτριος Λαμπράκης υπαγόρευε όντως τα μέλη της κυβέρνησής του στον Ελευθέριο Βενιζέλο, αλλά περισσότερο για το γεγονός ότι μια τέτοια συζήτηση δύσκολα θα γινόταν στο μετέπειτα γραφείο ενός μεσαίου στελέχους στην οδό Χρήστου Λαδά 3, πόσο μάλλον στην οδό Μιχαλακοπούλου 80…
Είναι έτσι ο ΔΟΛ. Τον περιέβαλε πάντα μια σχεδόν μυστικιστική αχλή, μια αδιαμφισβήτητη αναγνώριση ότι κατοικούσε σε ένα πολιτικό επίπεδο άπιαστο για τους κοινούς θνητούς. Όποιος τον έχει ζήσει, το ξέρει, το έχει αισθανθεί να αντανακλάται στη συμπεριφορά σχεδόν κάθε εργαζόμενου, από τους πολιτικούς συντάκτες ώς τον μικρό αυτοκράτορα-κλητήρα της εισόδου. Γι’ αυτό και το ενδιαφέρον φαινόμενο δεν είναι ότι εξανάγκασε ίσως κάποιους να κάνουν πράγματα που δεν ήθελαν, αλλά ότι πάρα πολλοί ήθελαν να τα κάνουν. Με πρώτον αναμέσά τους, ασφαλώς, τον πιο πρόσφατο κυρίαρχο του ΔΟΛ, τον Σταύρο Ψυχάρη, όσο κι αν αυτός πρόσφατα έγραψε στο Βήμα: «Δεν είναι δική μας δουλειά η άσκηση της εξουσίας». (Το Βήμα, 9.10.2011)
Η άσκηση της εξουσίας, με την ευθεία έννοια, πράγματι δεν ήταν δουλειά των ιθυνόντων του ΔΟΛ. Ούτε ο ιδρυτής του ΔΟΛ Δημήτρης Λαμπράκης ούτε ο διάδοχός του Χρήστος Λαμπράκης, αλλά ούτε και ο Σταύρος Ψυχάρης μεταπήδησαν ποτέ σε πολιτικό αξίωμα (με την εξαίρεση της διοίκησης του Αγίου Όρους, ο τελευταίος). Πολλά πρώην στελέχη και πρώην εργαζόμενοι παραπονούνταν ότι τις τύχες της χώρας κρίνει ένας «παράφρονας εκδότης», ένας «υστερικός έμπορος διαφημίσεων», αλλά οι επιστολές του προς τον Δημήτριο Λαμπράκη ξεκινούν με την προσφώνηση «Αγαπητέ Μήτσο…».
Τι θα επιδιώξωμεν
Ο Δημήτρης Λαμπράκης ξεκίνησε ως δημοσιογράφος το 1914 στην εφημερίδα Η Πατρίς, η οποία ήταν φιλελεύθερου προσανατολισμού και αντιβασιλική. Ευρέως γνωστός έγινε όταν η Πατρίς δημοσίευσε ένα έγγραφο που καταδείκνυε τον αρνητικό ρόλο μελών και φίλων της βασιλικής οικογένειας στις στρατιωτικές προπαρασκευές της Ελλάδας και τις παρεμβάσεις τους στις σχέσεις με τη σύμμαχο Γαλλία – το γνωστό «έγγραφο Ρούπελ». Οι αντιβενιζελικοί ζήτησαν την «παραδειγματικήν τιμωρίαν των προδοτών», έκλεισαν την εφημερίδα και ο Λαμπράκης, ο οποίος ανέλαβε την ευθύνη, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Απελευθερώθηκε με το κίνημα των Πλαστήρα-Βενιζέλου και αφού διετέλεσε διευθυντής της Πατρίδος, η οποία επανεκδόθηκε, συνίδρυσε και ήταν ο πρώτος διευθυντής της εφημερίδας Ελεύθερον Βήμα, το 1922. Το πρώτο φύλλο της 6ης Φεβρουαρίου, υπό τον τίτλο «Τι θα επιδιώξωμεν», δεν αφήνει περιθώριο παρεξήγησης: «Πρόγραμμα του “Ελεύθερου Βήματος” είνε το πρόγραμμα του Κόμματος των Φιλελευθέρων, εις το οποίον ανήκουν οι ιδρυταί και οι συνεργάται του». Το 1926 ίδρυσε τον Οικονομικό Ταχυδρόμο και το 1931 τα Αθηναϊκά Νέα, καθώς παράλληλα και άλλες εκδόσεις, κάποιες πολύ βραχύβιες, δίνοντας έτσι σιγά σιγά ζωή στο «Συγκρότημα».
Ο Δημήτριος Λαμπράκης αποτελούσε προσωπική επιλογή του Ελευθέριου Βενιζέλου για την ίδρυση και τη διεύθυνση μιας εφημερίδας που θα εξέφραζε τις πολιτικές του θέσεις – με διαφορετικό τρόπο, ωστόσο, από ό,τι το έκανε η Πατρίς· κυρίως, με τρόπο λιγότερο ακραίο. Η νέα εφημερίδα θα ήταν φιλελεύθερη και αντιμοναρχική, όμως με τρόπο που να έλκει τη μεγαλοαστική τάξη. Ως εκ τούτου, ο θρύλος που οικοδομήθηκε για τον Δημήτρη Λαμπράκη –δραστηριότητα που, μετά από ένα σημείο, ανέλαβε πρώτο το ίδιο το Συγκρότημα– δεν είχε να κάνει μόνο με τη δημοσιογραφική και την πολιτική του δράση. Όπως συμβαίνει συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, μια αίγλη διανόησης και «δημιουργίας» επιστρατεύεται για να δώσει σε κάτι μάλλον βάρβαρο, όπως οι πολιτικοί ανταγωνισμοί, το επίχρισμα της ευγένειας. Χαρακτηριστική είναι η διατύπωση του Στάθη Ευσταθιάδη, επί μακρόν συντάκτη του Βήματος, ο οποίος σε κείμενό του για τον Δημήτρη Λαμπράκη (Το Βήμα, 17.10.2004) γράφει για τους διάφορους διανοούμενους και καλλιτέχνες που συσπειρώθηκαν γύρω από το Ελεύθερον Βήμα, το οποίο έγινε πόλος έλξης ανθρώπων με προοδευτικό όραμα. Η νομιμοποίηση της διανόησης παρασύρει κι άλλους: «Γύρω από την εφημερίδα», γράφει ο Στ. Ευσταθιάδης, «συγκεντρώθηκαν βιομήχανοι δημιουργοί όπως οι Μποδοσάκης, Μακρής, Σπυρόπουλος, Μεταξάς». Για τον Μποδοσάκη, λόγου χάρη, η περιγραφή «βιομήχανος δημιουργός» είναι τόσο… ευγενική που καταλήγει διασκεδαστική. (Πρόκειται, χάριν μικρού παραδείγματος και μόνο, για τον άνθρωπο που θησαυρίζει όταν η Επιτροπή Μη Επεμβάσεως απαγορεύει την πώληση όπλων από άλλα κράτη στους αντιμαχόμενους τον Ισπανικό Εμφύλιο, όταν ο Φράνκο εξοπλίζεται ήδη αφειδώς από τον Άξονα, καθιστώντας έτσι αδύνατον για τους Δημοκρατικούς να εξοπλιστούν, αφού η βοήθεια που τους παρείχε η ΕΣΣΔ ήταν μικρή. Ο ιδιώτης έμπορος όπλων που ανέλαβε το λαθρεμπόριο, με τις ευλογίες του όχι και τόσο δημοκρατικού ηγέτη Ιωάννη Μεταξά, ήταν ο Μποδοσάκης. Κι αν κανένας μπαίνει στον πειρασμό να πει ότι «τουλάχιστον το λαθρεμπόριο το έκανε για τους Δημοκρατικούς», ας μη βιαστεί: πουλούσε πυρομαχικά και στους δύο, κάποτε μάλιστα ειδοποιώντας την πλευρά του Φράνκο για το δρομολόγιο των πλοίων που είχαν εικονικό προορισμό το Μεξικό. Μία πηγή αναφέρει: «Πολλοί Δημοκρατικοί σκοτώθηκαν από σφαίρες που είχαν προπληρώσει».) Στον τρόπο που χτίζεται ο θρύλος του ΔΟΛ, όμως, η αλήθεια είναι εύπλαστη. Όταν, προ λίγων ετών, κυκλοφόρησε μια βιογραφία του Μποδοσάκη, η οποία ήταν να παρουσιαστεί από τις σελίδες των βιβλίων του Βήματος, ο συντάκτης της παρουσίασης θέλησε να αναφέρει τη σχέση του Λαμπράκη με τον Μποδοσάκη και του φάνηκε καλή ιδέα να περιλάβει και την αναφορά του δανείου 500 χρυσών λιρών, που σε κάποια δυσχερή στιγμή είχε επιδιώξει ο εκδότης από τον έμπορο όπλων. Για κακή του τύχη, προτού τυπωθεί, ευτυχώς γι’ αυτόν, η σελίδα έπεσε στην αντίληψη του διευθυντή του Βήματος Σταύρου Ψυχάρη, ο οποίος τον απέτρεψε από την αναφορά με την κομψή διατύπωση: «Είσαι μαλάκας! Απολύεσαι!»
Αντιμοναρχικός αλλά και αντικομμουνιστής, ο Δημήτρης Λαμπράκης ήταν πράγματι ιδανικός για να ανοίξει το φιλελεύθερο πρόγραμμα στη μεγαλοαστική τάξη. Διατηρούσε σχέσεις με όλους, ακόμη και με τους πιο απίθανους συνομιλητές, όπως προκύπτει από ένα από τα λιγότερο γνωστά κεφάλαια της ζωής του. Έχοντας υπάρξει βασικός συνομιλητής του Βενιζέλου στην ταραγμένη περίοδο του Μεσοπολέμου –με μια αλληλογραφία που περιλαμβάνει από απόψεις για το πολιτειακό ζήτημα ώς τον Θουκυδίδη και ώς την παράκληση του Βενιζέλου να λογοκρίνει ο Λαμπράκης τους ανταποκριτές του–, η είσοδος των Ναζί στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1941 βρίσκει τον Δημήτρη Λαμπράκη να παραδίδει την έκδοση των εφημερίδων του σε «Επιτροπή Εργαζομένων». Την 26η Aπριλίου 1941, το δισέλιδο φύλλο των Aθηναϊκών Nέων κυκλοφορεί με την εξής ανακοίνωση: «O κ. . Λαμπράκης εγκαταλείπει την δημοσιογραφίαν, και αποχωρών από το “Eλεύθερον Bήμα”, τα “Aθηναϊκά Nέα” και τον “Oικονομικόν Tαχυδρόμον”, εξεχώρησεν οριστικώς εις το προσωπικόν των εφημερίδων την ιδιοκτησίαν των τίτλων διά την περαιτέρω έκδοσίν των μεταβιβάσας όλα τα σχετικά δικαιώματά του εις τριμελή επιτροπήν, η οποία και θα έχει εφεξής την φροντίδα και τας ευθύνας της συνεχίσεώς των». Η τριμελής επιτροπή είναι οι Γ. Συριώτης, A. Zαφειρόπουλος, I. Tζαρτίλης.
Πολλά έχουν ειπωθεί για εκείνη την περίοδο και ο Δημήτρης Λαμπράκης συχνά κατηγορήθηκε, χρόνια αργότερα, ως συνεργάτης των Γερμανών, διασήμως και από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, ο οποίος υπενθύμισε στο Πανελλήνιο ότι οι εκδόσεις Λαμπράκη είχαν επί Κατοχής συνεταιριστεί με τη γερμανική εταιρεία Μούντους, υψηλός μέτοχος της οποίας φερόταν μάλιστα ο Χέρμαν Γκέρινγκ. Ακόμη και η φυλάκιση του Δημήτρη Λαμπράκη από τους Άγγλους στον Λίβανο, το 1943, έχει αποδοθεί στη συνεργασία του με τους Ναζί.
Η ιστορία είναι γοητευτική, δεν υποστηρίζεται, όμως, από τα ιστορικά στοιχεία. Οι εκδόσεις του Λαμπράκη πράγματι συνεταιρίστηκαν με τη γερμανική εταιρεία. Ο ίδιος, όμως, δεν μετέχει, τουλάχιστον φανερά, και δεν είναι παράλογο να σκεφτεί κανείς ότι απείχε ακριβώς επειδή προέβλεπε ότι οι εφημερίδες του θα ήταν αναγκασμένες, εφόσον παρέμειναν ανοιχτές, να προβούν σε τέτοιου είδους συμβιβασμούς. Αντιθέτως, είναι γνωστό ότι πληροφορεί τακτικά την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση για την κατάσταση στην Ελλάδα. Αυτό που τον καθιστά στόχο των Άγγλων είναι ότι, επιδέξιος καθώς είναι πολιτικά, συνομιλεί ακόμη και με το ΕΑΜ, ακόμη και με το ΚΚΕ. Μάλιστα, φαίνεται να υποστηρίζει δύο πράγματα σχετικά με τη μεταπολεμική κατάσταση: Πρώτον, ότι ο βασιλιάς θα πρέπει να δεσμευτεί δημόσια ότι θα διενεργηθεί δημοψήφισμα για το αν οι Έλληνες επιθυμούν την επιστροφή του ή όχι και ότι θα σεβαστεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Δεύτερον, ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος να αμβλυνθεί η επιρροή των κομμουνιστών θα ήταν να τους εντάξει κανείς στο πολιτικό σκηνικό και όχι να τους εξοβελίσει στην παρανομία. Ήταν όχι μόνο συνομιλητής τους αλλά και υποστηρικτής της συμμετοχής τους σε κυβέρνηση συνεργασίας από πολύ νωρίς.
Όταν βρίσκεται στο Κάιρο, το 1943, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο οποίος φυσικά διαφωνούσε, όπως και οι Άγγλοι, με τη συμμετοχή του ΕΑΜ σε οτιδήποτε, πιέζει τους Άγγλους να «πάρουν μέτρα» εναντίον του Δημήτρη Λαμπράκη, για τον οποίον θεωρούσε ότι δολοπλοκούσε κατά του σχηματισμού κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Οι Άγγλοι τον αναγκάζουν υπό την απειλή σύλληψης να εγκαταλείψει το Κάιρο στις 29 Ιουνίου 1943 και καταφεύγει στον Λίβανο, μαζί με τον φίλο του Μποδοσάκη. Κρατείται στον Λίβανο σε κατ’ οίκον περιορισμό από τους Άγγλους, ο οποίος παύει με εντολή και πάλι του Γεωργίου Παπανδρέου, στις 10 Σεπτεμβρίου 1944, αφότου η κατάσταση έχει πια αλλάξει και η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, με τη συμμετοχή και του ΕΑΜ, έχει σχηματιστεί και βρίσκεται πλέον στην Ιταλία.
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Δημήτρης Λαμπράκης επανεκδίδει τις εφημερίδες του, με άλλους ωστόσο τίτλους, καθώς νόμος της ελεύθερης Ελλάδας απαγορεύει την κυκλοφορία των εφημερίδων που εκδίδονταν στην Κατοχή. Είναι πια Το Βήμα και Τα Νέα.
Με την πρωθυπουργία του Θεμιστοκλή Σοφούλη, ειδικά από το 1947 και μετά, αλλά και υπό τους επόμενους πρωθυπουργούς, ο Δημήτρης Λαμπράκης γίνεται ξανά ο εξ απορρήτων της εξουσίας, άσχετα με το ποιος κυβερνάει. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης έχει μάλιστα αφηγηθεί ότι συναντιόταν με τον Λαμπράκη τακτικά στο σπίτι του, όπου συσκέπτονταν με το μέλος της Νομισματικής Επιτροπής Αλ Κονστάντζο, έχοντας συστήσει ένα άτυπο «διευθυντήριο». Δεν είναι δύσκολο να γίνει πιστευτός. Τέτοιου είδους συναντήσεις, πάντα με την πρόθεση να καθοριστεί εκ των προτέρων η πολιτική αλλά χωρίς πάντα –ίσως όχι και συχνά– να το πετυχαίνουν, γίνονται στοιχείο ταυτότητας, κομμάτι της «κουλτούρας», θα έλεγε κανείς, του Συγκροτήματος.
Το διαβολικόν ατύχημα
Το φύλλο του Ταχυδρόμου (ο Ταχυδρόμος είχε κυκλοφορήσει ως «εβδομαδιαία εικονογραφημένη πολιτική, οικονομική, φιλολογική, εγκυκλοπαιδική εφημερίς» το 1954) του Σαββάτου 16 Μαρτίου 1957 κόστισε στον διευθυντή του αρκετή ταραχή – λέγεται, αν και κανείς δεν το ξέρει με βεβαιότητα, κι ένα δυνατό χαστούκι. Ο Δημήτρης Λαμπράκης ήταν έξω φρενών με τον γιο του τον Χρήστο, ο οποίος διηύθυνε τότε τον Ταχυδρόμο, διότι παρά το γεγονός ότι το φύλλο περιλάμβανε ως συνήθως πλείστα όσα, από Νίκο Τσιφόρο ώς Κοσμά Πολίτη, είχε και κάτι ακόμη: ένα ρεπορτάζ για την εκστρατεία του Βατικανού εναντίον των προκλητικών εμφανίσεων διαφόρων κινηματογραφικών αστέρων, με πρώτη την αισθησιακή Μπριζίτ Μπαρντό. Η εικονογράφηση του κειμένου, αναπόδοτη, ήταν ένα φωτομοντάζ όπου ο τότε Πάπας Πίος ΙΒ΄, με τις παλάμες ενωμένες σε στάση προσευχής, ατένιζε ευλαβικά την ημίγυμνη Μπριζίτ Μπαρντό. Τα πράγματα έκανε ακόμη χειρότερα η λεζάντα: «Ο Πάπας μοιάζει αποφασισμένος να προχωρήσει…» Η Καθολική Εκκλησία, όπως θα περίμενε κανείς, διαμαρτυρήθηκε για το προσβλητικό δημοσίευμα και ο Ταχυδρόμος, στο επόμενο φύλλο του, δημοσίευσε επανόρθωση, όπου χαρακτήριζε, με όχι και τόσο κεκαλυμμένη ειρωνεία, το όλο ζήτημα «διαβολικόν ατύχημα».
Ο Χρήστος Λαμπράκης δεν παρέμεινε διευθυντής του Ταχυδρόμου για πολύ ακόμη, όχι όμως λόγω του ατοπήματός του με την Καθολική Εκκλησία. Ο Δημήτρης Λαμπράκης πέθανε στις 12 Αυγούστου του 1957.
Ο ιδρυτής του Ελεύθερου Βήματος άφηνε σίγουρα βαριά κληρονομιά. Ωστόσο, κοντά στο δημοσιογραφικό και πολιτικό του εκτόπισμα, η κληρονομιά του περιλάμβανε και την ιδιαιτέρα του, η οποία χάρη στη μεγάλη εύνοιά του λέγεται ότι είχε εξελιχθεί σε ισχυρότατο παράγοντα και συχνά σε δυνάστη του προσωπικού, σε βαθμό κάποιοι να την αποφεύγουν πάση θυσία, να αλλάζουν και πεζοδρόμιο ακόμη όταν την έβλεπαν τυχαία στο δρόμο.
Το πρωί της επομένης του θανάτου του Δημήτρη Λαμπράκη, εν μέσω μεγάλης αναταραχής και αγωνίας όλων για το άδηλο μέλλον, ο Χρήστος Λαμπράκης πήγε κατευθείαν στο γραφείο του πατέρα του, κάθισε στην καρέκλα του και, μόλις στην πόρτα εμφανίστηκε η ευνοούμενη του ιδρυτή, της είπε: «Κυρία Λοράνδου, απολύεσθε». Δεν είχε προλάβει καν να του εκφράσει τα συλλυπητήριά της.
Άγνωστο από ποιον έμαθε ο Χρήστος Λαμπράκης να ελίσσεται στις σκιερές γωνίες της πολιτικής σκηνής – ως γνωστόν, ο πατέρας του δεν είχε σταθεί ακριβώς «μέντοράς» του. Πάντως, το έμαθε. Δεν είναι λίγες οι ιστορίες που τον εμφανίζουν ως τον ευαίσθητο νέο, με την κλίση στο κλασικό τραγούδι, που άλλα ήθελε κι άλλα αναγκάστηκε να κάνει. Είναι κι αυτά μέρος του θρύλου. Ο Δημήτρης Λαμπράκης ήταν ο αψύς, κυριαρχικός –και αθεράπευτα γυναικάς, έλεγαν, παρά τον μακρό γάμο του με την Έλζα– πατριάρχης.
Ο Χρήστος, το ήπιο παιδί, με τον ενθουσιασμό για τον πολιτισμό, ο κοσμοπολίτης ευπατρίδης, που δεν ήθελε το βρόμικο αυτό παιχνίδι, αλλά υποχρεώθηκε να το παίξει επειδή εκεί τον οδήγησε η μοίρα για το καλό της δημοκρατίας.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, πάντως, ο οποίος απήλαυσε την «ηπιότητα» του Χρήστου Λαμπράκη σε όλη του τη διαδρομή, από το απόγειο του 1981 ώς το Ειδικό Δικαστήριο, είχε τούτο να πει στο βιβλίο του Η δημοκρατία στο απόσπασμα, σε σχέση με τα γεγονότα του 1965: «Στις 9 Αυγούστου συνήλθε η κοινοβουλευτική ομάδα της Ένωσης Κέντρου στην αίθουσα της λέσχης του κόμματος, στην οδό Χρήστου Λαδά, απέναντι στα γραφεία του δημοσιογραφικού οργανισμού Λαμπράκη. Πρώτος μίλησε ο Γεώργιος Παπανδρέου: “Ουδέποτε συνέβη εις το παρελθόν ο βασιλεύς να εισβάλλη εις τα κόμματα και να εκλέγη κατ’ αρέσκειαν μέλη, διά να κατασκευάζη κυβερνήσεις, διαλύοντάς τα. Η μέθοδος της κατασκευής πρωθυπουργών από τας τάξεις της Ενώσεως Κέντρου παραβιάζει το Καταστατικό του Κόμματος, το οποίον ορίζει ότι του κόμματος ηγείται ο αρχηγός, ο οποίος και εκπροσωπεί το κόμμα… Ο βασιλεύς ουδέποτε θα δικαιωθή αν κάμη δικτατορία εφ’ όσον έχει την λύσιν των εκλογών”. Στην ψηφοφορία που ακολούθησε καταψηφίσθηκε η εντολή του βασιλιά προς τον Στεφανόπουλο να σχηματίσει κυβέρνηση με 113 ψήφους κατά της πρότασης και 26 υπέρ. Δύο βουλευτές δεν πήραν μέρος στην ψηφοφορία. Έξω από τη λέσχη είχαν συγκεντρωθεί δέκα χιλιάδες Αθηναίοι. Ο Γεώργιος Παπανδρέου αναγκάσθηκε να βγει επανειλημμένα στο μπαλκόνι για να τους χαιρετήσει.
Μετά στράφηκαν προς τα γραφεία του “Βήματος”, γιουχαΐζοντας και βρίζοντας και βάζοντας φωτιά στα φύλλα των εφημερίδων του Λαμπράκη. Είχαν μυρισθεί το βρώμικο παιγνίδι που έπαιζε ο Λαμπράκης. Μόλις τελείωσε η σύσκεψη της κοινοβουλευτικής ομάδας, με παρακάλεσε ο πατέρας μου να παρέμβω και να καθησυχάσω τους διαδηλωτές. Πήγα στα γραφεία του Λαμπράκη κι από το μπαλκόνι παρακάλεσα το πλήθος να διαλυθεί ήσυχα. Προσπαθούμε να αποφύγομε ανοικτή αναμέτρηση με τον Λαμπράκη…» Είπαμε: ο ΔΟΛ προσπαθούσε να καθορίσει την πολιτική. Δεν σημαίνει ότι το πετύχαινε πάντα…
Ο Χρήστος Λαμπράκης απογοήτευσε όσους τον περίμεναν να καταρρεύσει επειδή, καταπώς έλεγαν, δεν διέθετε το σθένος του πατέρα του. Το ενδιαφέρον είναι ότι πήρε μία –τουλάχιστον– απόφαση που θύμιζε πολύ τον Δημήτριο Λαμπράκη. Όπως εκείνος δεν είχε κλείσει τις εφημερίδες του κατά τη διάρκεια της Κατοχής, έτσι και ο Χρήστος Λαμπράκης δεν τις έκλεισε κατά τη διάρκεια της Επταετίας. Φυλακίστηκε, βέβαια, για πολύ λίγο, από τους Συνταγματάρχες. Αλλά ήταν τότε, το 1970, μεσούσης της Δικτατορίας, που η ατομική εταιρεία Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη μετατράπηκε σε ανώνυμη.
Εκείνον τον καιρό, λοιπόν, ανέτειλε ένα νέο αστέρι. Το γιατί ο Σταύρος Ψυχάρης έγινε διευθυντής του Βήματος έχει προκαλέσει μεγάλη απορία μέσα στα χρόνια. Στον ΔΟΛ βρέθηκε το 1968. Ήταν κουμπάρος του υπουργού Τύπου της Χούντας Βύρωνα Σταματόπουλου – όχι ακριβώς τα δημοκρατικά διαπιστευτήρια που θα περίμενε κανείς ως εχέγγυα για μια διακεκριμένη πορεία στα κατεξοχήν μέσα της δημοκρατικής παράταξης. Όμως και οι Γ. Συριώτης, A. Zαφειρόπουλος, I. Tζαρτίλης –θυμάστε;– είχαν υπάρξει «Τριμελής Επιτροπή». Κάποια συνομιλία με την εξουσία είναι απαραίτητη – όποια και αν είναι η εξουσία. Εκτός αν κλείσει κανείς τις εφημερίδες του. Αλλά ο ΔΟΛ δεν τις έκλεισε ποτέ. Και ελάχιστοι μιλούν γι’ αυτό, όπως και για οτιδήποτε αμφισβητεί τις δημοκρατικές του ευαισθησίες.
Η Μεταπολίτευση βρίσκει τον ΔΟΛ σε ισχυρή θέση για άλλη μια φορά. Σύμφωνα με ορισμένους, εγκληματικά ισχυρή. Το 2011, ο βουλευτής του ΔΗΚΟ της Κύπρου Ζαχαρίας Κουλίας δημοσιοποίησε ένα έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο τρεις μέρες πριν από το πραξικόπημα στην Κύπρο πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα σύσκεψη, στο εξοχικό του Χρήστου Λαμπράκη στον Πόρο, μεταξύ των ηγετών του εγχειρήματος ανατροπής του Μακαρίου: εκτός από τον Λαμπράκη, τον οποίο ο κ. Κουλίας χαρακτήρισε ως πολιτικό νου του πραξικοπήματος, συμμετείχαν ο δικτάτορας Δημήτρης Ιωαννίδης και επιτελείς του, o εφοπλιστής Ποταμιάνος, ενώ από την Κύπρο συμμετείχε ο Νίκος Σαμψών.
Το έγγραφο απαξιώθηκε ως πλαστό, ωστόσο, όχι πέραν αμφιβολίας. Αυτό που είναι το πιθανότερο, όμως, είναι ότι ο Χρήστος Λαμπράκης ήταν απλώς εναντίον του Μακαρίου, επειδή ήταν υπέρ της Ένωσης, θέση από την οποία ο Μακάριος είχε υπαναχωρήσει. Για άλλη μία φορά, όπως και με την κατηγορία κατά του Δημήτρη Λαμπράκη για τη συνεργασία με τους Γερμανούς, η πιθανή αλήθεια είναι λίγο πιο λεπτή και πιο περίπλοκη.
«Αγοράζουμε παν ό,τι κινείται»
Τη φράση μεταφέρει στέλεχος του ΔΟΛ, έχοντάς την ακούσει ο ίδιος. Ο ΔΟΛ, μέχρι ενός σημείου, είχε ένα προνόμιο: ήταν αμιγώς δημοσιογραφικός ή, έστω, εκδοτικός οργανισμός. Δεν είχε ευθεία σύνδεση, όπως άλλοι εκδότες, με άλλου είδους επιχειρήσεις. Αλλά όλα αυτά έμελλε να αλλάξουν. Ο θρύλος, φυσικά, θα επέμενε στους προσδιορισμούς «Χρήστος Λαμπράκης: δημοσιογράφος», «Σταύρος Ψυχάρης: δημοσιογράφος». Αλλά η πραγματικότητα θα ξεδιπλωνόταν διαφορετικά.
Η δραστηριότητα του ΔΟΛ, τόσο η εκδοτική όσο και η επιχειρηματική, εντείνεται στη δεκαετία του 1980. (Ήδη από το 1959, ο Χρήστος Λαμπράκης είχε εκδώσει την εβδομαδιαία αθλητική εφημερίδα Ομάδα, το 1963 το μηνιαίο περιοδικό Εποχές και το 1967 τον ετήσιο οδηγό τουρισμού Διακοπές.) Το 1981 εκδίδεται το τριμηνιαίο περιοδικό Αρχαιολογία, αλλά ο ΔΟΛ επεκτείνεται και στον τουριστικό κλάδο, ιδρύοντας το γραφείο τουρισμού Travel Plan. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι από εδώ και στο εξής, η ιστορία του ΔΟΛ είναι αυτή της ανεξέλεγκτης σχεδόν επέκτασης: Ήδη από το 1984, το Βήμα κυκλοφορεί μόνο την Κυριακή. Το 1987 ο ΔΟΛ αναλαμβάνει με άμεσο και έμμεσο τρόπο (μέσω της θυγατρικής ΒΙΝΤΕΟΣΤΑΡ, μετέπειτα .Ο.Λ.-Επικοινωνίες) την πλειοψηφία των μετοχών της εταιρείας τηλεοπτικών παραγωγών ΣΤΟΥΝΤΙΟ ATA A.E. Εξαγοράζει τη Ν. Θεοφανίδης Α.Ε., η οποία εκδίδει τα περιοδικά Ρομάντζο, Βεντέτα, Πάνθεον και Γάμος. Το 1988 εκδίδεται το RAM και το Marie Claire. To 1989 εξαγοράζεται η Freegate Tourism, με έδρα τη Νέα Υόρκη. Την ίδια χρονιά ιδρύεται ο τηλεοπτικός σταθμός Mega Channel από την εταιρεία ΤΗΛΕΤΥΠΟΣ Α.Ε., στην οποία ο ΔΟΛ μετείχε ως συνιδρυτής με 20%. Το 1992 εκδίδεται το TV Zapping από κοινού με την Πήγασος Α.Ε. και ιδρύεται η Databank A.E. από κοινού με την ΙΝΤΡΑΣΟΦΤ Α.Ε. Ακολουθούν ο Αγγελιοφόρος, Το παιδί μου κι εγώ, το ROM, το Market HiTECH, το Vita, οι Καριέρες, και πολλά ακόμη. Παράλληλα, ολοκληρώνεται η μεγάλη εκτυπωτική μονάδα του ΔΟΛ στην Ακαδημία Πλάτωνος. (Η συνολική επένδυση ανέρχεται σε 6 δισ. δραχμές περίπου.) Η μονάδα αυτή, πέρα από το ότι καλύπτει τις παραγωγικές ανάγκες του ΔΟΛ, εκτυπώνει επίσης εφημερίδες και λοιπά έντυπα τρίτων. Το 1998, ο ΔΟΛ εξαγοράζει πλήρως την εταιρεία IRIS Α.Ε., η οποία δραστηριοποιείται στο χώρο των εκτυπώσεων σε επίπεδα πιεστήρια. Ιδρύεται επίσης το πρακτορείο Τύπου ΑΡΓΟΣ Α.Ε. Το 1999 επανακυκλοφορεί για πολλοστή φορά το ημερήσιο Βήμα, ενώ το 2000 εκδίδεται το εβδομαδιαίο περιοδικό ποικίλης ύλης ΒΗΜΑgazino, που διανέμεται μαζί με το Βήμα της Κυριακής. Ώς το 2001, ο ΔΟΛ μαζί με τις θυγατρικές του, εκδίδει 4 εφημερίδες και 21 περιοδικά, τα οποία απορροφούν τη μεγαλύτερη διαφημιστική δαπάνη στην αγορά, συμμετέχει σε αλυσίδα βιβλιοπωλείων και σε εκδόσεις βιβλίων, κατέχει 5 εκτυπωτικές μονάδες, με πλήρη κάλυψη όλου του φάσματος της εκτύπωσης, από την εισαγωγή και την εμπορία χάρτου μέχρι την τελειοποίηση, τη συσκευασία και τη διανομή, λειτουργεί δύο τουριστικά πρακτορεία, δύο εταιρείες διανομής και μία εταιρεία τηλεφωνικής προώθησης πωλήσεων και διαχείρισης σχέσεων πελατών, συμμετέχει στη λειτουργία τηλεοπτικού σταθμού, στην αντιπροσώπευση κινηματογραφικών ταινιών, στην εκμετάλλευση κινηματογραφικών αιθουσών και σε παραγωγές τηλεοπτικών ταινιών και ψηφιακού οπτικοακουστικού υλικού, ενώ έχει επεκταθεί και στο διαδίκτυο.
Ο ΔΟΛ είχε καλύψει τεράστια διαδρομή από τον καιρό της ίδρυσης των πρώτων εντύπων του. Οι παραδοσιακοί εκδότες, όπως ήταν ο Δημήτριος Λαμπράκης, μπορεί να ήταν ευκατάστατοι, μπορεί να είχαν μεγάλη δύναμη κι επιρροή, μπορεί να συνομιλούσαν με τους μεγαλοαστούς, αλλά πολύ πλούσιοι δεν ήταν. Αυτό έμελλε να είναι η αποστολή της επόμενης γενιάς. Στην εκκίνηση αυτής της φρενίτιδας αγορών και επέκτασης, λέει πρώην συντάκτης του ΔΟΛ με μεγάλη πείρα στα «οικογενειακά» του, υπήρξε μια στιγμή κομβική: «Αποφάσισαν», λέει, «να γίνουν πλούσιοι. Πολύ πλούσιοι».
Διαβάστε τη συνέχεια στο Β’ Μέρος του κειμένου