Ούτε Μαδούρο, ούτε Παπάγος
Από τώρα μέχρι τον Αύγουστο του 2018 θα βρισκόμαστε σε μια θερμή ζώνη όπου θα δοκιμαστούν όλες οι τροποποιήσεις της κυβερνητικής πολιτικής. Ο Αλέξης Τσίπρας θα εμμείνει στη διφυή, έξυπνη αλλά και αντιφατική λογική που θέλει επιβεβαίωση της διαιρετικής τομής Αριστερά – Δεξιά, από τη μία, και πνεύμα αναπτυξιακού κλιντονικού ρεύματος στα της οικονομίας, από την άλλη. Την ίδια στιγμή, βιώνουμε το εξής πρωτόγνωρο: να έχουμε αντιπολίτευση αντι-Μαδούρο, χωρίς να έχουμε Μαδούρο...
Με ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο τοπίο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ-ΠΡΑΤΤΩ ήδη οργανώνει το μεταμνημονιακό της αφήγημα. Μια στρατηγική που έχει ως προοπτική τον Αύγουστο του 2018, όταν η χώρα δεν θα χρειάζεται πλέον χρηματοδοτική ένεση για να διασφαλίσει τις δανειακές της υποχρεώσεις. Μια χρονική στιγμή όπου θα συμπίπτει το εξιτήριο της χώρας από τα μνημόνια με την αποκρυστάλλωση του τρόπου με τον οποίο θα έχει παρουσία στη χώρα ο ξένος παράγοντας.
Σύμφωνα με μια πιο προσεκτική ανάγνωση, οι μέρες που διανύουμε με σταθμούς τη ΔΕΘ και τις επισκέψεις Μακρόν και του δοτού Τζεντιλόνι στην Ελλάδα αποτελούν και τον διάδρομο για την τελική έφοδο της κυβέρνησης Τσίπρα προς τον προσεταιρισμό του κράτους και το μπετονάρισμα της δικής της φυλλορροούσας κοινωνικής συμμαχίας.
Ξεκινούμε, όμως, από το τρέχον ρεπορτάζ, σε μια αξιοσημείωτη συγκυρία. Ενώ πριν από τις θερινές πυρκαγιές κυριαρχούσε το σενάριο ενός ριζικού ανασχηματισμού που θα συνδεόταν με το restart της ΔΕΘ και τον νέο κύκλο διαπραγμάτευσης για την τρίτη αξιολόγηση, το σενάριο αναδιαμορφώθηκε μετά από κλειστές συσκέψεις και σειρά συνεργασιών που έκανε ο ίδιος ο πρωθυπουργός στο επίσης μεταβαλλόμενο Μέγαρο Μαξίμου (νέες αφίξεις μετακλητών κ.ά.).
Τώρα ο ανασχηματισμός απομακρύνεται, ενώ η πρόσφατη δήλωση του Νίκου Βούτση, ότι θα γίνει όταν ολοκληρωθεί η τρίτη αξιολόγηση, οριοθετεί με διαφορετικό τρόπο τις χρονικότητες της διακυβέρνησης. Η πραγματικότητα είναι βέβαια ότι ο μερικός ανασχηματισμός (αφού ο Τσακαλώτος με κατακτημένο κώδικα γλώσσας με τους δανειστές φαντάζει αμετακίνητος) είναι από τώρα αποφασισμένος και υπάρχει στα χαρτιά ανεξάρτητα από την έκβαση της τρίτης αξιολόγησης.
Με βεβαιότητα όμως μπορούμε να πούμε ότι η εν λόγω αξιολόγηση δεν θα είναι ανώδυνη. Ούτε θα κλείσει γρήγορα. Και ότι ανεξάρτητα από αυτό ο Τσίπρας θέλει να δει ολοκλήρωση του έργου σε μια σειρά χαρτοφυλακίων. Κάτι στο οποίο συναίνεσαν και μια σειρά υπουργών του, όπως ο Νίκος Παππάς που δεν θα άλλαζε χαρτοφυλάκιο αν δεν ολοκληρωνόταν η διαδικασία των νέων τηλεοπτικών αδειών. Κάτι και σαν δικό του προσωπικό στοίχημα απέναντι στα βέλη που δέχθηκε από την τάση των «53» όλο το προηγούμενο διάστημα.
Η χρονική στιγμή μετά τη ΔΕΘ θα έχει ως άξονες το τρίπτυχο ανάπτυξη – επενδύσεις – νεολαία. Αυτό αποτελεί την πιο light όψη ενός συνολικού αφηγήματος που θα συμπληρώνεται από διαδοχικές τομές στο κράτος —αν και τα κλειδιά του τελευταίου δεν αλλάζουν εύκολα χέρια και παραμένουν στους νικητές του Εμφυλίου– και κάτι βαθύτερο: η πρόσδεση και προσήλωση στις υποχρεώσεις στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και θεσμούς δεν θα διαρραγεί ούτε κατά διάνοια, ενώ θα υπάρξει αναβαθμισμένη παρουσία του γαλλικού παράγοντα. Ως ανταπόδοση και για τη συνομολόγηση του τρίτου μνημονίου το καλοκαίρι του 2015 και άρα τη διατήρηση της χώρας στον πυρήνα του ευρώ.
«Από την Ελλάδα, ο πρόεδρος Μακρόν αναμένεται να αναδείξει το όραμά του για το μέλλον Ευρώπης, για την ενίσχυση των καταστατικών ευρωπαϊκών αξιών και τη δημοκρατία στην εποχή μας. Στην ομιλία του αναμένεται να διαφανούν και στοιχεία της νέας αρχιτεκτονικής ΕΕ και Ευρωζώνης που βρίσκεται υπό συζήτηση μεταξύ Βερολίνου-Παρισίων τους τελευταίους μήνες. Παράλληλα, αναμένεται να αναδείξει τη σημασία που έχει η προσπάθεια της Ελλάδας να αντιμετωπίσει πιθανές ευρωπαϊκές κρίσεις, όπως αυτές των τελευταίων χρόνων, προασπίζοντας το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο», λέγανε το προηγούμενο διάστημα κυβερνητικές πληροφορίες. Η αγορά του ΟΛΘ από κοινοπραξία στην οποία ηγείται γαλλική εταιρεία αποτελεί και για την εδώ κυβέρνηση οδικό χάρτη για επενδύσεις, εκποιήσεις ταχύτατες που θα διαμορφώνουν κλίμα ανάταξης παράλληλα με δοκιμαστική έξοδο στις αγορές που θα επαναληφθεί.
Από τον τωρινό Σεπτέμβρη μέχρι τον Αύγουστο του 2018 μπαίνουμε σε μια θερμή ζώνη όπου θα δοκιμαστούν όλες οι τροποποιήσεις της κυβερνητικής πολιτικής. Ο Τσίπρας θα εμμείνει στη διφυή, έξυπνη αλλά και αντιφατική λογική που θέλει: επιβεβαίωση της διαιρετικής τομής Αριστερά – Δεξιά από τη μία και π νεύμα αναπτυξιακού κλιντονικού ρεύματος στα της οικονομίας από την άλλη. Με το ένα χέρι, η κυβέρνηση θα υλοποιεί προαπαιτούμενα —πολλά εξ αυτών συνυφασμένα με την περαιτέρω συμπίεση του εργατικού κόστους— και με το άλλο θα προχωρά σε τομές στο εποικοδόμημα. Η λογική θα είναι επιδοματική και όχι κοινωνικής πρόνοιας, παρά τις επιμέρους θετικές και ανακουφιστικές πρωτοβουλίες για τις υποτελείς τάξεις.
Σε ένα περιβάλλον επιθετικού αντικομμουνισμού και νεοφιλελευθερισμού, φορέας των οποίων καθίσταται όλο το φιλοευρωπαϊκό τόξο με πυρήνα τη Νέα Δημοκρατία, όμως, το έργο του Τσίπρα γίνεται ευκολότερο στο κομμάτι της εικόνας και του σήματος. Το καλοκαίρι που μας πέρασε ήταν εξάλλου ενδεικτικό για τον τρόπο με τον οποίο η αξιωματική αντιπολίτευση κινήθηκε. Το σφυροκόπημά της οριοθετήθηκε στο τρίπτυχο ασφάλεια – αντικομμουνισμός – ευρωνοικοκυροσύνη. Μια φοβική ΝΔ, που νομίζει πως αλιεύει από τη δεξαμενή της Ακροδεξιάς ή ταυτόχρονα και των μεσαίων, απλώς κατορθώνει να επιβεβαιώσει το αφήγημα Τσίπρα για Αριστερά – Δεξιά. Επιπλέον, η ρητορική της για το Plan B και το Plan X με πρωταγωνιστή τον Γιάνη Βαρουφάκη απλώς επικυρώνει το ότι ένας ενήλικος ΣΥΡΙΖΑ τελικά κυριάρχησε και κράτησε τη χώρα στα ήρεμα νερά του ευρώ.
Σήμερα, βιώνουμε το εξής πρωτόγνωρο: να έχουμε αντιπολίτευση αντι-Μαδούρο, χωρίς να έχουμε Μαδούρο στο τιμόνι της Ελλάδας. Έχουμε ρητορική εποχής Παπάγου, χωρίς να έχουμε σε δίκη Μπελογιάννηδες και Μπάτσηδες. Έχουμε την επιχείρηση να επικαιροποιηθεί η ιδεολογική ηγεμονία των νικητών του Εμφυλίου, χωρίς η τελευταία να διακυβεύεται και παρά την εσχατολογία του ακροδεξιού Τύπου ότι ο Τσίπρας αποκαθηλώνει το εθνικό και θρησκευτικό πρόσημο του λαού.
Στις 24 Σεπτεμβρίου έχουμε τις γερμανικές εκλογές. Καθοριστικές για την αρχιτεκτονική της ΕΕ, αν και σχεδόν προβλέψιμες ως προς το αποτέλεσμά τους αφού διανύουμε την εποχή Μέρκελ, προφανώς χωρίς Σόιμπλε στο Υπουργείο Οικονομικών —και «δημοσιονομικής πειθαρχίας»— αυτήν τη φορά. Οι δικές μας εκλογές συναρτώνται από το καλύτερο τάιμινγκ που θα έχει ο Τσίπρας απέναντι στον λαό και λιγότερο απέναντι στις δυνάμεις της ολιγαρχίας.
Μια άποψη στο Μέγαρο Μαξίμου βλέπει αυτήν τη στιγμή κοντά στην έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, δηλαδή Ιούνιο με Σεπτέμβριο του 2018. Μια άλλη άποψη τοποθετεί τις εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2019 και με την εξ ής ευνοϊκή παράμετρο: η εκλογή ΠτΔ θα είναι την άνοιξη του 2020. Α κόμη και σε αυτοδυναμία να πάει ο Κυριάκος, θα έχει ανάγκη το λιγότερο 30 έδρες από το ΠΑΣΟΚ. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ανάλυση, αυτό δεν θα γίνει, άρα θα έχουμε πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη και παρένθεση. Για αυτούς, επίσης, η σημερινή πριμοδότηση των διαδικασιών του ΠΑΣΟΚ και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης δεν έχει άλλο λόγο από την ισχυροποίησή του ως βασική συνιστώσα του Κυριάκου και μόνο. Εξ ου και η αντι-νεοφιλελεύθερη βόμβα Λαλιώτη, εν μέσω θέρους, που απασφάλισε αντι-μητσοτακικά αναζωπυρώνον τας τα σενάρια για μέρος του παλιού ΠΑΣΟΚ που καλοβλέπει τον Τσίπρα. Το βέβαιο είναι ότι οι εκλογές δεν θα γίνουν άμεσα και θα διεξαχθούν σε εντελώς άλλο περιβάλλον από το τωρινό. Εξάλλου, υπάρχει πάντα η φράση υψηλόβαθμου κυβερνητικού παράγοντα, ότι «εκλογές με κουρεμένες συντάξεις δεν γίνονται. Πρέπει πρώτα να πάρει κάτι ο κόσμος».
Το νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται θα είναι πολεμικό και θα εκδηλωθούν και επεισόδια στον χάρτη των ΜΜΕ. Μια επιφανειακή προσέγγιση βλέπει τη διαμόρφωση δύο πόλων στη Λεωφόρο Συγγρού όπου και θα κονταροχτυπηθούν οι δύο ηγεμονικές πολιτικές δυνάμεις. Κι όμως, δεν θα βρίσκεται εδώ το κλειδί της αντιπαράθεσης — η ύπαρξη του Δημήτρη Μάρη λειτουργεί αποσυμπιεστικά. Η μάχη θα εκδηλωθεί κυρίως στον συσχετισμό δύναμης στα νέα κανάλια και στο Ίντερνετ. Στον προσεταιρισμό παραδοσιακών Μέσων ή και στην πριμοδότηση νέων.
Μια κεντρική λογική στο Μέγαρο Μαξίμου θέλει τους ολιγάρχες να είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα και άρα βλέπει επικίνδυνη τη λογική της συναλλαγής με κάποιον από αυτούς. Μια λογική που κερδίζει έδαφος και αφήνει πίσω τη λογική κομπρεμί που το προηγούμενο διάστημα ενθάρρυναν διάφορα στελέχη της κυβέρνησης. Η ύπαρξη πλαισίου και κανόνων αποτελεί το στοίχημα αυτής της τάσης. Μια λογική επιδιαιτησίας του ολιγαρχικού χάρτη και όχι ανάμιξης σε αυτόν. Μια πλάγια επίσης μέθοδος για να εκτεθούν κομμάτια όπως οι ΑΝΕΛ –και όχι μόνο– που θα έβλεπαν αλλιώς τη σχέση κυβέρνησης και επιχειρηματιών. Μια λογική που βλέπει τη διαμόρφωση δικού της συστήματος μέσα από πραγματικό κοινωνικό κράτος και επιστροφή πλεονάσματος στους φτωχούς και όχι στις πονηρές τεχνικές προσεταιρισμού των ελίτ ή στο χτίσιμο πελατειακού κράτους. Εξ ου και η καταιγίδα νομοθετημάτων που σημειώθηκε το καλοκαίρι και που ήταν ακριβώς η προσπάθεια να ουδετεροποιηθούν πλευρές της δημόσιας διοίκησης. Η επιστροφή πόρων από το κράτος στον λαό –που διαπερνά υπουργούς όπως ο Βερναρδάκης– φαίνεται να κερδίζει κεφάλι. Καθοριστική τάση θα είναι αυτή των Βούτση – Φίλη – Σκουρλέτη, που λειτουργούν ως θεματοφύλακες μιας αριστερής ορθότητας και αρκετά εξισορροπητικά για τις παλινωδίες και τους βερμπαλισμούς ορισμένων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του 2017 δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του 2015. Με αξιοσημείωτη αντοχή –ίσως και λόγω της αδυναμίας ενός εναλλακτικού κοινωνικού και πολιτικού πόλου– συνεχίζει το μακρύ ταξίδι της ανάθεσης και της διαχείρισης, μεταλλασσόμενος σε ένα περιβάλλον όπου ο κόσμος έχει χάσει την πίστη του σε μια βαθιά αλλαγή. Η κατίσχυση του μνημονίου ως πυξίδας του κοινωνικού σχηματισμού αποτελεί τη βαθύτερη ήττα της Αριστεράς μαζί με τη λογική που θέλει τους νέους «νομιστεράκια» μιας νέας ευρωπειθαρχίας που θα ενσωματώνει τη φτώχεια ως φυσική παράμετρο. Παρά τη γενικευμένη δυσφορία, το κίνημα μοιάζει ανίκανο να σταθεί φραγμός και ανασχετική δύναμη στον περαιτέρω μετασχηματισμό. Η δεξαμενή του ΟΧΙ δεν αρκεί, αφού σήμερα αναπόφευκτα το ΟΧΙ στον Τσίπρα το εκταμιεύει η ΝΔ είτε με τον Κυριάκο, είτε με άλλον επικεφαλής.
Ο Τσίπρας, ταγμένος μαζί με τον Κοτζιά στην πολύπλευρη εξωτερική πολιτική αλλά και σε μια λογική θεσμικού δικαιωματισμού που προσελκύει συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες με μπόλικη επιρροή, δεν θα αποδειχθεί εύκολος αντίπαλος για τη δεξιά παλινόρθωση. Με δυόμισι έτη πυκνής διακυβέρνησης, έχει την πείρα πια να καταφύγει στον πιο θεαματικό τακτικισμό στο φόντο θετικών αριθμών για την Οικονομία του.
Η αναθεωρητική υφή της Τουρκίας, ως γεωπολιτικής δύναμης, και η συνεχιζόμενη εμπλοκή στη Συρία και σε άλλα περιφερειακά μέτωπα δίνουν τον χώρο και τον χρόνο στην ελληνική κυβέρνηση να εγγράψει στη μέση ευρωπαϊκή συνείδηση την εκτίμηση πως η χώρα αποτελεί δύναμη σταθερότητας και κανονικότητας και για τον Τσίπρα ότι μπορεί να αποτελέσει το ιδιότυπο παράδειγμα αριστερού οδικού χάρτη εντός δημοσιονομικού συμφώνου σταθερότητας και μνημονίου.
Η μεταμνημονιακή εποχή για την Ελλάδα δεν θα στερείται την επιτήρηση και τον δημοσιονομικό ζουρλομανδύα, αλλά θα έχει ένα νέο σύστημα εγκατεστημένο που θα πρέπει όλοι οι μελλοντικοί παίκτες να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους. Τα πράγματα εξάλλου δεν είναι ποτέ όπως φαίνονται ή όπως θέλουν τα κουρασμένα παλικάρια των παλιών συστημάτων.