Η δεξιά του Κυρίου «μένει Ευρώπη»
H «γενιά του Erasmus», οι καταγγέλλοντες την «αντικειμενική συμπόρευση» ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσής Αυγής, οι σε αγώνες κατά του «εθνολαϊκισμού» γηράσαντες, θα πρέπει να ξέρουν ότι τους συνδέει για πάντα με τον Ιερώνυμο, τον Άνθιμο και τον Αμβρόσιο το ότι την κρίσιμη ώρα βρέθηκαν μαζί τους στο ίδιο μετερίζι...
Έστω δὲ ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ·
τὸ δὲ περισσὸν τούτων ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐστιν.
[Ματθ. Ε΄ 37]
Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 ήταν μια στιγμή αληθείας. Με την έννοια αυτή είχε επιπτώσεις που δεν παραγράφονται αλλά και δεν περιορίζονται σε ό,τι εκτυλίχθηκε στην «κεντρική σκηνή» του δράματος. Μία από αυτές ήταν η άδοξη, σχεδόν ανεπαίσθητη, ακύρωση πολλών διαχωριστικών γραμμών των πολιτισμικών πολέμων (culture wars) α λα ελληνικά της προηγούμενης δεκαπενταετίας.¹
Φαντάζει εκ πρώτης όψεως παράδοξη μια τέτοια διαπίστωση όταν στην αντιπαράθεση περί το δημοψήφισμα κυριάρχησαν επιχειρήματα περισσότερο ταυτοτικά παρά πολιτικά – τουλάχιστον σε ό,τι αφορά εκείνο το στρατόπεδο που, υπό το σύνθημα «Μένουμε Ευρώπη», δήλωσε πως κάθε πολιτικό ερώτημα και κοινωνική δοκιμασία οφείλει να παραμερίσει μπροστά στο θεμελιώδες διακύβευμα της διατήρησης της χώρας στην καρδιά της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Συμβαίνει ο οριενταλιστικός λόγος να γίνεται διπλά πατερναλιστικός και μισαλλόδοξος όταν υιοθετείται από ιθαγενείς που μετρούν με τις προδιαγραφές του τον εαυτό τους και τον διπλανό τους – και η καμπάνια του «Ναι» το έδειξε αυτό καθαρά. Το ενδεχόμενο ανοιχτής σύγκρουσης με τους πιστωτές μεταφράστηκε σε επαπειλούμενη κατάργηση των «κατακτήσεων» της πρόσφατης ιστορίας της χώρας – κατακτήσεων που, για κάποιο λόγο, λογίζονται παντελώς άσχετες με το υπόστρωμα στρεβλώσεων και διαφθοράς που ο ίδιος ενοχοποιητικός λόγος θεωρεί ως το αποκλειστικό θεμέλιο της ελληνικής κρίσης. Και οι οποίες πλέον μπορούν να διασωθούν μόνο θυσιάζοντας ό,τι ο λαϊκός παράγοντας αντιλαμβάνεται ως πραγματικές κοινωνικές και πολιτικές κατακτήσεις του τη μεταπολιτευτική περίοδο. Οτιδήποτε άλλο απλώς διακινδυνεύει τη διολίσθηση της χώρας από τον «φυσικό της χώρο» προς εκείνες τις εξώτερες ζώνες της υφηλίου, που ονοματίζονται, πάντοτε υποτιμητικά σημασιοδοτούμενες, ως «Ζάμπια», «Ζιμπάμπουε» και «Βενεζουέλα».
Extra Europam nulla salus² – θα έλεγε κανείς σε γλώσσα περισσότερο θεολογική. Και θα ήταν ταιριαστό, διότι ο εκσυγχρονιστικός καημός για μετατροπή της Ελλάδας επιτέλους σε μια «φυσιολογική ευρωπαϊκή χώρα» συνάντησε στον παροξυσμό του τη συνηγορία αυτών που μέχρι πρότινος θα δακτυλοδεικτούσε ως κατεξοχήν φορείς των «αντιδυτικών αντανακλαστικών» και της «ανορθολογικής καθυστέρησης» σε αυτήν τη χώρα. Λόγου χάρη, της ιεραρχίας της ελλαδικής Εκκλησίας.
Ήδη σε συνέντευξή του στην κυριακάτικη Καθημερινή, πέντε ημέρες πριν από την προκήρυξη του δημοψηφίσματος, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έθετε τις δικές του «κόκκινες γραμμές» σε μια διαπραγμάτευση που έμοιαζε ακόμη εφικτή. Παρομοιάζοντας την Ευρώπη και την Ελλάδα με «δύο αναπόσπαστες όψεις της ίδιας πέτρας που μέχρι πρόσφατα έμοιαζε ακατόρθωτο να σπάσει στα δύο», ο Αρχιεπίσκοπος έθεσε το ερώτημα «αν είναι ικανή μία κακή “στροφή” του ποταμού, μία τόσο μικρή διαδρομή μέσα στους αιώνες, να αλλάξει τη ροή και τη σύσταση της πέτρας». Η απάντησή του, χαρακτηριστική: «Ασφαλώς και όχι. Όλα μπορούν να διορθωθούν. Γιατί στον ορίζοντα του ποταμού υπάρχει κάτι που μας ενώνει: η κοινή ευρωπαϊκή προοπτική. Αυτή η ενότητα που ίσως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να κάνουμε πράξη. Έλληνες και Ευρωπαίοι».
Μία εβδομάδα αργότερα, το μεταφορικώς εκφράζεσθαι δεν ήταν πλέον αρκετό και ο πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου παρενέβη με σαφή γραπτή τοποθέτηση: «Οι στιγμές που ζούμε είναι ίσως οι κρισιμότερες στην πορεία του Έθνους μας, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι ώρες ευθύνης για όλους μας. Για κάθε θεσμό σε αυτήν τη χώρα, για τα κόμματα, για την Εκκλησία, για κάθε Έλληνα και Ελληνίδα χωριστά. Πάνω όμως από το καθετί και από τον καθένα υπάρχει η πατρίδα. Μας ενώνει όλους η αγάπη γι’ αυτόν τον τόπο. Η αγωνία για το παρόν και το μέλλον του. Δεν μας χωρίζει τίποτε. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να επιτρέψουμε το δηλητήριο του διχασμού να στάξει στις ψυχές μας. Θα πρόκειται για έγκλημα σε βάρος των επόμενων γενεών. Στα παιδιά μας οφείλουμε να εγγυηθούμε μία Ελλάδα της ανάπτυξης και της προόδου. Μία Ελλάδα που θα προχωρά με αυτοπεποίθηση και σιγουριά μπροστά, σάρκα από τη σάρκα του στενού πυρήνα της κοινής ευρωπαϊκής μας οικογένειας. Ας μην διακινδυνεύσουμε κατακτήσεις που με μόχθο οι οραματιστές αυτού του τόπου κέρδισαν. Και αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο».
Εναπόκειται στους ειδήμονες περί την ορθόδοξη πίστη να μας εξηγήσουν αν η πραγματική πυξίδα της Εκκλησίας των αναχωρητών και των μαρτύρων είναι «μία Ελλάδα της ανάπτυξης και της προόδου». Εναπόκειται επίσης στους ιστορικούς να διευκρινίσουν αν οι κρισιμότερες στιγμές στην πορεία του Έθνους μας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι οι τωρινές ή ενδεχομένως κάποιες άλλες (όταν στο εκκλησιαστικό στερέωμα κυριαρχούσε ο προκαθήμενος που έδωσε το όνομά του στον νυν Αθηνών), οι οποίες και κατέληξαν στην κυπριακή τραγωδία… Οι υπόλοιποι μπορούμε απλώς να μείνουμε με την απορία: αυτό που κατά τη μακαριότητά του είναι, ακόμη και ενώπιον της λαϊκής ετυμηγορίας, «αδιαπραγμάτευτο», με ποιους αρνείται να το διαπραγματευτεί και με ποιους –και πώς!– σκοπεύει να το υπερασπιστεί;
Βέβαια, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος υπήρξε εξαρχής ένας darling του εκσυγχρονιστικού τόξου και ο ευρωπαϊστικός του οίστρος μπορεί ενδεχομένως να θεωρηθεί ιδιοσυγκρασιακός. Τι θα πούμε όμως για τον Θεσσαλονίκης Άνθιμο, της μακεδονομαχίας και των αγρυπνιών κατά του Pride, ο οποίος έσπευσε από άμβωνος να ταχθεί υπέρ του «Ναι», προκαλώντας τις αποδοκιμασίες ορισμένων εκκλησιαζομένων καθώς και εξώδικη διαμαρτυρία της Επιτροπής Δημοκρατικών Θεσμών του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης; Τι θα πούμε για τον (αμετανόητα χουντικό) επίσκοπο και blogger Αμβρόσιο Καλαβρύτων ο οποίος κατήγγειλε³ με εκτενή του ανάρτηση την προκήρυξη του δημοψηφίσματος – φροντίζοντας πονηρά να προσθέσει ότι η χώρα οδεύει προς την καταστροφή είτε με την επικράτηση του «Όχι», είτε με την επικράτηση του «Ναι»; Τι θα πούμε για τον Σερβίων και Κοζάνης Παύλο («Δεν ξέρω, δεν έχω μεγάλη αγωνία, πάντως, η ιστορική μνήμη λέει πως κάποιες φορές με ακραία πράγματα δεν έχουμε καλά αποτελέσματα. Κουράστηκε ο λαός μας από υποσχέσεις, λαϊκισμούς και οτιδήποτε που δεν είναι ούτε χρήσιμο, ούτε ωφέλιμο») και για τις ολονυχτίες «υπέρ της σωτηρίας της πατρίδος» στις μητροπόλεις Τρίκκης, Καλαμαριάς και αλλού, σε πλήρη συντονισμό με την εντατική εκστρατεία τρομοκράτησης από πλευράς των καναλιών; Και τι για τον Πειραιώς Σεραφείμ (τον… μεγάλο ευρωπαϊστή που καλούσε τον Καθολικό Αρχιεπίσκοπο σε μονομαχία ώστε να αποδειχθεί τίνος ο αγιασμός θα παραμείνει «άσηπος»), ο οποίος χωρίς να τοποθετηθεί προσωπικά έθεσε τον ραδιοφωνικό σταθμό της Πειραϊκής Εκκλησίας στην υπηρεσία του «Ναι»;
Θα πούμε ότι ομιλούν από τη θέση μιας κρατικής4 Εκκλησίας, η οποία την κρίσιμη ώρα θα ακολουθήσει τα ένστικτα του «βαθέος κράτους». Από τη θέση ενός μηχανισμού που, παρά τον ρητορικό «πολιτισμικό αντιδυτικισμό» του, αποτέλεσε πυλώνα μιας μετεμφυλιακής τάξης πραγμάτων, αγκυρωμένης στον ευρωατλαντικό προσανατολισμό της χώρας. Από τη θέση του «ευρωπαϊσμού του ΕΣΠΑ», που πάντα θα βάζει στο λογαριασμό κονδύλια που κινδυνεύουν να χαθούν, καταθέσεις Μητροπόλεων που κινδυνεύουν να κουρευτούν και ενοχλητικά ερωτήματα για τη μισθοδοσία των κληρικών και την εκκλησιαστική περιουσία που κινδυνεύουν να τεθούν. Από τη θέση ενός θρησκευτικού οργανισμού ο οποίος «μένει Ευρώπη» με την ίδια άνεση που περιφέρει την εικόνα της Αγίας Βαρβάρας στα αντικαρκινικά νοσοκομεία ή που καταγγέλλει το σύμφωνο συμβίωσης (σε επιστολή του Αρχιεπισκόπου προς τον υπουργό Δικαιοσύνης) ως… «νεοφιλελεύθερη επιβράβευση της ανευθυνότητας στις διαπροσωπικές σχέσεις».
Διότι γνωρίζει τα ευρύτατα περιθώρια συνεργασίας που έχουν η αγορά, οι «δυτικές αξίες» και ο κοινοβουλευτισμός με τον πιο παραδοσιακό σκοταδισμό – στο πλαίσιο του σύγχρονου νεοσυντηρητισμού. Και διότι γνωρίζει επίσης, όπως το έθεσε και πάλι ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, ότι «αυτοί που σκέφτονται τέτοια πράγματα», όπως ο χωρισμός Κράτους και Εκκλησίας, «θα το μετανοήσουν».
Οι λοιποί, η «γενιά του Erasmus», οι καταγγέλλοντες ηχηρά την «αντικειμενική συμπόρευση» ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσής Αυγής, οι σε αγώνες κατά του «εθνολαϊκισμού» γηράσαντες ή και όσοι εκ των υστέρων ανέβλεψαν από την πλάνη του «ευρώ δίχως μνημόνια», μπορούν να καταπιαστούν ξανά με την πάλη για τα δικαιώματα, τον εξορθολογισμό και τη διαφάνεια. Θα πρέπει όμως να ξέρουν ότι τους συνδέει για πάντα με τον Ιερώνυμο, τον Άνθιμο και τον Αμβρόσιο το ότι την κρίσιμη ώρα βρέθηκαν μαζί τους στο ίδιο μετερίζι.
_________
¹ Με συμβολικό σημείο κήρυξής τους, κατά ειρωνεία της Ιστορίας, τη διεκδίκηση διεξαγωγής δημοψηφίσματος για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες.
² Εκτός Ευρώπης δεν υπάρχει σωτηρία.
³ «Ο Λαός όμως ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΟΥΤΕ ΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ, ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΜΕ ένα “ΝΑΙ” ή ένα “ΟΧΙ”, [σ.σ.: κεφαλαία στο πρωτότυπο] όταν μάλιστα δεν γνωρίζει τις περαιτέρω συνέπειες! Όταν, λοιπόν, ο Πρωθυπουργός μετατοπίζει την ευθύνη μιάς ιστορικής Αποφάσεως, που οφείλει να λάβει ο ίδιος, στον αδαή καί μή ενημερωμένο Λαό, τότε ο Πρωθυπουργός φυγομαχεί!».
4 Από αυτή την άποψη, μεγαλύτερη συνέπεια στην αντιδυτική τους ροπή επέδειξαν εκείνοι οι κύκλοι του «ζηλωτιστικού»/παλαιοημερολογητικού περιθωρίου, που βρίσκονται σε σχέση απόστασης, αν όχι καταδίωξης, από το κράτος.