Μια επίσκεψη στους 8 τούρκους αξιωματικούς: Η ιστορία τους με τα δικά τους λόγια
Το αίτημα της Τουρκίας για έκδοση των οκτώ τούρκων αξιωματικών, που κατέφυγαν στη χώρα μας μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα κατά του καθεστώτος Ερντογάν τον περασμένο Ιούλιοθα κριθεί από τον Άρειο Πάγο σε τρεις συνεδριάσεις, που έχουν οριστεί για τις 10, 11 και 13 Ιανουαρίου.
Το Ολυμπιακό Χωριό είναι μια πόλη-φάντασμα, αδιάφορη και ξεχασμένη από ανθρώπους που βλέπουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες -μόλις δώδεκα χρόνια πριν- σαν ένα κακό αστείο. Στο αστυνομικό τμήμα του Ολυμπιακού Χωριού κρατούνται οι οκτώ τούρκοι αξιωματικοί, που κατέφυγαν στη χώρα μας μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα κατά του καθεστώτος Ερντογάν τον περασμένο Ιούλιο. Φτάνοντας και βλέποντας το αυτόνομο κτήριο πάνω στον φαρδύ δρόμο, μέσα σε μια απέραντη ερημιά, σκέφτομαι πως είναι ένα μέρος αλλόκοτο και συνάμα ταιριαστό: όλοι θα ήθελαν να ξεχάσουν αυτή την υπόθεση.
Για τις ελληνικές αρχές, οι οκτώ τούρκοι αξιωματικοί είναι ένας εφιάλτης πολιτικός και διπλωματικός: ποιος μπορεί να υποστηρίξει, διατηρώντας στοιχειωδώς την αξιοπρέπειά του, πως οι άνθρωποι αυτοί θα έχουν μια δίκαιη δίκη στην Τουρκία, πως δεν θα βασανιστούν, πως δεν θα κατηγορηθούν τελικά για άλλα εγκλήματα από αυτά για τα οποία ζητείται η έκδοσή τους; Από την άλλη, η Ελλάδα έχει συμφωνήσει, στην περιβόητη «συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας» πως η Τουρκία αποτελεί «ασφαλή τρίτη χώρα» για την επιστροφή προσφύγων. Πώς μπορεί ταυτόχρονα να πει ότι εκεί δεν σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα; Η ελληνική διπλωματία αγαπά από καιρό σε καιρό τις εθνικιστικές εξάρσεις, αλλά σε θέματα δημοκρατίας και δικαιωμάτων μάλλον δεν επιδεικνύει τον ίδιο ζήλο. Για τις τουρκικές αρχές, πάλι, είναι μια ταπείνωση: οκτώ αξιωματικοί με ένα στρατιωτικό ελικόπτερο έχουν ουσιαστικά αυτομολήσει στην Ελλάδα. Η απαίτηση του Ερντογάν να του παραδοθούν αμέσως δείχνει πως εδώ πρόκειται για ένα ζήτημα γοήτρου.
Το καθεστώς της Τουρκίας τους ζητεί ως επικίνδυνους πραξικοπηματίες που αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν τον Πρόεδρο Ερντογάν. Η ελληνική κυβέρνηση έχει σπεύσει από την πρώτη στιγμή να δηλώσει τη συμφωνία της: μολονότι, υποστηρίζει, θα αφήσει τη Δικαιοσύνη να κάνει το έργο της, κυβερνητικά στελέχη συνομολογούν εμμέσως σε κάθε ευκαιρία πως πρόκειται για πραξικοπηματίες. Το έχει κάνει η τότε κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη, ο υφυπουργός Άμυνας Δημήτρης Βίτσας, ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, και πολύ πρόσφατα ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής. Το αίτημα της Τουρκίας για έκδοση των οκτώ θα κριθεί από τον Άρειο Πάγο σε τρεις συνεδριάσεις, που έχουν οριστεί για τις 10, 11 και 13 Ιανουαρίου.
Στο UNFOLLOW Ιανουαρίου που κυκλοφορεί στα περίπτερα, δημοσιεύεται το ρεπορτάζ που κάναμε με τη Μαρινίκη Αλεβιζοπούλου, για τις νομικές και πολιτικές πτυχές της υπόθεσης. Καθώς, όμως, ο αστυνομικός ξεκλειδώνει τη μπάρα του κρατητηρίου, σκέφτομαι ότι δεν έχω εικόνα γι’ αυτούς τους ανθρώπους – όσο κι αν παρακολουθώ το θέμα.
Η πόρτα ανοίγει και οι οκτώ στέκονται όρθιοι στον διάδρομο. Τους χαιρετώ έναν έναν. Είναι δύσκολο να θυμάμαι τα ονόματά τους, έτσι γρήγορα όπως συστηνόμαστε. Μπαίνουμε σε ένα κελί με τέσσερα ράντζα, μου βγάζουν καρέκλα να καθήσω, ένα πλαστικό σκαμνί για τραπεζάκι, τασάκι, νεσκαφέ και νερό.
Τους ρωτώ αν είναι καλά, αν τους φέρονται αξιοπρεπώς. Πολύ καλά, μου απαντούν. Εντάξει, είναι έξι μήνες κλεισμένοι εδώ μέσα. Αλλά όλοι οι αστυνομικοί τους έχουν φερθεί με αξιοπρέπεια, με καλοσύνη σχεδόν.
Έξι μήνες στα κρατητήρια είναι ζόρικο πράγμα, λέω, αλλά σίγουρα καλύτερο από την εναλλακτική. Γελάμε λιγάκι. Ύστερα ένας λέει: σήμερα η γυναίκα μου έκλαψε πολύ.
Είναι νέοι άνθρωποι. Χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί, πιλότοι και τεχνικοί ελικοπτέρων, διασώστες της αεροπορίας στρατού. Δουλειά τους είναι να μεταφέρουν τραυματίες. Έχουν επιχειρήσει πολλές φορές υπό νατοϊκή διοίκηση, στο Αφγανιστάν, στο Κοσσυφοπέδιο και αλλού.
Τις τελευταίες μέρες, λέω, τουρκικά μέσα ενημέρωσης κάνουν αναφορές, που αναδημοσιεύονται σχεδόν αυτούσιες στην Ελλαδα, σε νέα στοιχεία στην υπόθεσή σας.
Ποια νέα στοιχεία; με ρωτάνε. Τα τηλεφωνήματά μας προς τους ανωτέρους μας; Μα αυτά είναι γνωστά, τα είπαμε από την πρώτη στιγμή. Δεν υπάρχουν νέα στοιχεία. Έχουμε πει την αλήθεια.
Πράγματι, το είδα κι εγώ, πως ό,τι παρουσιάζεται ως νέο στοιχείο, στην πραγματικότητα είναι στον φάκελο που έχει υποβάλει η Τουρκία από την αρχή. Εδώ μοιάζει να παίζεται κάποιου είδους παιχνίδι, φαίνεται πως η εμφάνιση ως δήθεν »νέου στοιχείου» του τουρκικού ισχυρισμού ότι οι οκτώ συμμετείχαν στην απόπειρα δολοφονίας του Ταγίπ Ερντογάν, βάσει των τηλεφωνικών κλήσεών τους προς ανωτέρους τους, είναι μια προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων, καθώς οι συνεδριάσεις του Άρειου Πάγου πλησιάζουν.
Είμαστε αθώοι, μου λένε. Ξέρουμε πως στο δικαστήριο που πάμε τώρα δεν κρίνεται αυτό, αλλά μόνο το αν θα εκδοθούμε ή όχι, θέλουμε όμως να ξέρετε ότι ήρθαμε εδώ ως αθώοι άνθρωποι. Δεν έχουμε πρόβλημα να κριθούμε δίκαια. Γι’ αυτό ήρθαμε στην Ελλάδα: πιστεύουμε ότι εδώ οι άνθρωποι θα μας κρίνουν δίκαια.
Τώρα που τους έχω μπροστά μου, θέλω να ακούσω για εκείνο το βράδυ από τους ίδιους. Το ξέρω, λέω, πως έχετε κουραστεί να τα λέτε…
Όχι, όχι, μου απαντούν, δεν υπάρχει πρόβλημα. Μακάρι να ακούγεται η ιστορία μας για να καταλάβει ο κόσμος ότι πολλά από όσα λέγονται είναι λάθος.
Ήμουν σπίτι, ξεκινάει να μου αφηγείται ένας από τους οκτώ. Έτρωγα βραδυνό με την οικογένειά μου. Ειδοποιήθηκα να πάω στη βάση. Αυτό είναι πολύ συνηθισμένο, ειδικά στην Κωνσταντινούπολη, έχουμε συχνούς συναγερμούς με τόσες τρομοκρατικές επιθέσεις που συμβαίνουν. Φίλησα τη γυναίκα μου, τα παιδιά μου, είπα ότι θα είμαι πίσω σε λιγάκι. Στη Σαμάντρα, στη βάση μου, μού δίνεται η διαταγή να πάω να εκκενώσω τραυματίες από μία περιοχή και να τους πάω στη βάση του Τοπ Κουλέ. Ξεκινάμε, πλήρωμα τριών, δύο πιλότοι κι ένας τεχνικός, και πετάμε προς το σημείο. Καθώς πλησιάζουμε, βλέπω πλήθος συγκεντρωμένο. Δεν μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση, καμιά φορά όταν έχει συμβεί κάτι, ο κόσμος είναι περίεργος. Καθώς όμως πλησιάζω να προσγειωθώ, κάποιοι από το πλήθος αρχίζουν να μας πυροβολούν.
Προσγειωθήκαμε στο Τοπ Κουλέ χωρίς τους τραυματίες. Εκεί, συναντούμε τα άλλα δύο πληρώματα από τη βάση μας. Ένα από τα δύο έχει αντιμετωπίσει το ίδιο, το πλήθος είχε ανοίξει πυρ και σ’ αυτούς. Προσπαθούμε ξανά και ξανά να επικοινωνήσουμε με τον αξιωματικό υπηρεσίας αλλά δεν παίρνουμε απάντηση. Μας κατηγορούν ότι κάναμε πολλά τηλεφωνήματα στους ανωτέρους μας, κάποιοι από τους οποίους εμπλέκονται στο πραξικόπημα. Μα τι θα κάνατε εσείς; Είχαμε δεχτεί πυρά, ήμασταν σε μια άλλη βάση, και κανένας δεν μας έλεγε τι να κάνουμε. Φυσικά προσπαθήσαμε αμέτρητες φορές να έρθουμε σε επαφή με τους διοικητές μας.
Ο αξιωματικός υπηρεσίας δεν απαντά ποτέ. Τελικά, βρίσκουμε έναν ανώτερο από αυτόν, ο οποίος μας λέει να μην επιστρέψουμε στη Σαμάντρα, διότι δεν είναι ασφαλής, αλλά να παραμείνουμε στο Τοπ Κουλέ. Φυσικά, κάναμε αυτό που μας είπε. Είμαστε στρατιώτες. Αν μας είχε πει να γυρίσουμε, θα γυρίζαμε. Αλλά πήραμε διαταγή να μείνουμε στο Τοπ Κουλέ.
Ήμασταν κοντά στα ελικόπτερα, καπνίζαμε και συζητούσαμε. Εκεί, μπαίνοντας στο ίντερνετ, αντιληφθήκαμε ότι κάτι είχε γίνει. Στην αρχή, όπως θυμάστε, η εικόνα ήταν συγκεχυμένη, έλεγαν για πραξικόπημα αλλά κανένας δεν ήξερε ποιος το έκανε και πώς. Σήμερα, έξι μήνες αργότερα, ακόμη δεν έχουν βρει ποιος στη στρατιωτική ιεραρχία οργάνωσε αυτό το πραξικόπημα.
Παρόλα όσα βλέπαμε στο ίντερνετ, όμως, η βάση του Τοπ Κουλέ ήταν ήρεμη. Ρωτήσαμε τους λίγους στρατιώτες που είχαν υπηρεσία, πού είναι οι άλλοι, και μας είπαν ότι κοιμούνται. Η βάση αυτή έχει τανκς, πολλά τανκς. Ρωτήσαμε πόσα είχαν βγει. Ένα, μας είπαν.
Μείναμε εκεί, κοντά στα ελικόπτερα και κουβεντιάζαμε. Παράλληλα, προσπαθούσαμε να βρούμε μια άκρη με τους διοικητές μας, να μάθουμε τι συμβαίνει. Καμία απάντηση.
Ξαφνικά, βλέπουμε πλήθος να πλησιάζει την πύλη της βάσης. Η πύλη φαινόταν από το πρώτο ελικόπτερο. Αστυνομικοί και πολίτες μαζί. Ήταν οπλισμένοι – και οι πολίτες. Και αρχίζουν να πυροβολούν. Πυροβολούσαν τα πάντα, τα κτίρια, το ελικόπτερο, εμάς. Αρχίσαμε να τρέχουμε. Ένας από μας τη γλίτωσε πολύ φτηνά, έχει τρύπες από σφαίρες στο τζάκετ του.
Τρέξαμε στο τρίτο ελικόπτερο, αυτό που ήταν πιο μακρυά από την πύλη. Το πλήθος καθυστέρησε, ίσως γιατί δεν ήμασταν αμέσως ορατοί εκεί και προχωρούσαν πιο προσεκτικά γιατί δεν ήξεραν τι θα συναντήσουν. Μπήκαμε στο ελικόπτερο και απογειωθήκαμε.
Από το ελικόπτερο προσπαθήσαμε ξανά να βρούμε τους ανωτέρους μας. Δεν μας απάντησαν. Αποφασίσαμε να κατευθυνθούμε προς τη Σαμάντρα, αλλά να προσγειωθούμε κάπου κοντά ωσότου κατορθώσουμε να επικοινωνήσουμε με κάποιον, να μας πει αν μπορούσαμε να επιστρέψουμε με ασφάλεια. Προσγειωθήκαμε κοντά σε ένα ποτάμι, πολύ κοντά στη βάση, κι ανεβήκαμε στην κορυφή του λόφου με τα πόδια για να έχουμε καλύτερο σήμα. Επί πέντε ώρες προσπαθούσαμε να βρούμε κάποιον ανώτερο. Δεν μας απάντησε ποτέ κανείς.
Την ίδια στιγμή, βλέπαμε στο ίντερνετ εικόνες από αυτό που συνέβαινε. Παντού σκότωναν στρατιώτες. Στη γέφυρα του Βοσπόρου, μέσα στις βάσεις. Τους λυντσάριζαν, τους πέταγαν από τη γέφυρα, τους ξυλοκοπούσαν, τους έκοβαν τ’ αυτιά, τους κρέμαγαν, τους αποκεφάλιζαν.
Σκεφτήκαμε τις οικογένειές μας. Για να βοηθήσεις την οικογένειά σου, πρέπει πρώτα απ’ όλα να είσαι ζωντανός. Όπως το βλέπαμε εκείνη τη στιγμή, είχαμε δύο επιλογές: ή να γυρίσουμε στη βάση και να μας σκοτώσει το πλήθος ή να φύγουμε.
Ήμασταν εννιά. Τρία πληρώματα. Οι οκτώ είχαμε οικογένεια, ο ένας όχι. Όσοι είχαμε οικογένεια αποφασίσαμε να φύγουμε. Ο ένατος έμεινε. Τον είδαμε αργότερα σε φωτογραφίες, βασανισμένο και ματωμένο.
Από τις χώρες στις οποίες επαρκούσαν τα καύσιμά μας για να πάμε, διαλέξαμε την Ελλάδα. Πλησιάσαμε στην Αλεξανδρούπολη και εκπέμψαμε σήμα κινδύνου. Από τότε είμαστε εδώ και ζητάμε πολιτικό άσυλο στη χώρα σας.
Μ’ άλλα λόγια, λέω, είστε τυχεροί που δεν σας διέταξαν να πετάξετε, να φύγετε από το Τοπ Κουλέ.
Φυσικά, μου απαντούν. Κοιτάξτε, είμαστε στρατιώτες. Αλλά ακόμη περισσότερο, είμαστε διασώστες. Αν σου πουν να πας να πάρεις τραυματίες, τότε θα πετάξεις, ό,τι κι αν έχει γίνει. Αλλά δεν μας είπαν ποτέ τίποτε. Τώρα μας λένε ότι ξεκινήσαμε να πάμε να κάνουμε πραξικόπημα. Πώς; Άοπλοι; Ούτε τα πιστόλια μας δεν είχαμε μαζί μας. Το ελικόπτερο δεν είχε το πολυβόλο του. Ήταν μια κανονική επιχείρηση διάσωσης. Υπάρχουν και βίντεο από κάμερες ασφαλείας που μας δείχνουν να επιβιβαζόμαστε στο ελικόπτερο. Δεν έχουμε εξαρτύσεις, αλεξίσφαιρα γιλέκα, όπλα, δεν έχουμε τίποτε.
Ντρεπόμαστε, μου λένε, που η χώρα μας λέει αυτά τα ψέματα για εμάς. Αλλά φύγαμε για να έχουμε κάποια στιγμή στο μέλλον την ευκαιρία να φροντίσουμε τις οικογένειές μας. Είμαστε άνθρωποι με δυτικό τρόπο σκέψης, σύγχρονο. Δώσαμε στα παιδιά μας δυτικού τύπου εκπαίδευση. Θέλουμε να ζήσουμε με δημοκρατία.
Στην Τουρκία, λέω, ο «εγγυητής» του εκσυγχρονισμού και της στροφής προς τη Δύση έχει συχνά υπάρξει ο στρατός…
Ναι, μου απαντούν. Αλλά δεν μπορείς να φτιάξεις δημοκρατία με πραξικοπήματα.
Από την Ελλάδα, ρωτάω, τι περιμένετε;
Να μας κρίνει δίκαια, μου απαντούν. Δεν ήρθαμε για να δημιουργήσουμε πολιτικό πρόβλημα. Ήρθαμε επειδή δεν είχαμε επιλογή. Δεν είμαστε εγκληματίες. Είμαστε αθώοι. Είμαστε αξιωματικοί που ζητούν άσυλο σε μια ευρωπαϊκή δημοκρατία.
Πίσω στην πόρτα, ένας από τους αξιωματικούς φωνάζει στα ελληνικά «Αστυνόμε!» Ακούω τη μπάρα να ξεκλειδώνει. Καθώς τους χαιρετάω έναν έναν, ξανά, και τους ευχαριστώ που με δέχτηκαν, ρωτάω: Κι αν το αίτημα της έκδοσης απορριφθεί, κι αν σας δοθεί στη συνέχεια άσυλο, μετά τι;
Μετά; Μετά, μου λένε, θα ξεκινήσουμε από το μηδέν.
Καλή τύχη, τους λέω.
Βγαίνω από το τμήμα στη ερημιά του Ολυμπιακού Χωριού. Έχει συννεφιάσει πολύ πια και κάνει κρύο.
Καλή τύχη, ξαναλέω μόνος μου.